Πλήρης, ευτυχής, ενθουσιώδης και τυχερός έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας σε ηλικία 98 ετών. Το 2020, στα πλαίσια της 8ης διοργάνωσης της ημερίδας ΕΣΩ, ο Κ. Δεκαβάλλας τιμήθηκε με το βραβείο συνολικής προσφοράς Archisearch για την πολύτιμη, πολυδιάστατη και διαχρονική συνεισφορά του στην ελληνική αρχιτεκτονική θεωρία και πράξη του 20ου αιώνα.
-γράφει η Μελίνα Αρβανίτη-Πολλάτου
Προεξέχουσα μορφή της σύγχρονης αρχιτεκτονικής ιστορίας του τόπου, ένας από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες του ελληνικού μοντερνισμού, πολεοδόμος-χωροτάκτης, εμπνευσμένος και εμπνευστικός δάσκαλος αλλά πάνω από όλα ένας γνήσια δημιουργικός και αυθεντικός άνθρωπος, ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας μας έμαθε πολλά – κυρίως ότι τα υλικά της αρχιτεκτονικής, πριν τη πέτρα και τη λάσπη, είναι η φιλομάθεια, η συνολική παιδεία και η διάθεση για προσφορά.
Γεννημένος στην Αθήνα, με καταγωγή από τη Σίκινο, ο Δεκαβάλλας υπήρξε ένα ζωηρό και ατίθασο παιδί που μεγάλωσε στη κατοχική Αθήνα κάνοντας ατελείωτες ποδηλατάδες, στους άδειους από αυτοκίνητα δρόμους, με τους φίλους του. Ζώντας σε μια μητριαρχική οικογένεια, βίωσε από μικρός την ιδιότυπη, αυταρχική λατρεία αυτού που ο ίδιος ονόμασε «κατακτητική αγάπη».
«Ο πατέρας μου είχε ως χόμπι τον αθλητισμό για να ξεφεύγει από το επάγγελμά του, που δεν νομίζω ότι τον γοήτευε. Τον θυμάμαι να πηγαίνει βόλτα με τα πόδια από το κέντρο στο Ελληνικό και ποτέ να μην παίζει μ’ εμένα ή την αδερφή μου. Άφηνε τη μητέρα μου να αφεντεύει την οικογένεια. Εκείνη ήταν μια αυταρχική προσωπικότητα, μια γυναίκα δυναμική, που ήθελε, όμως, να μας εξουσιάζει. Μας λάτρευε, αλλά μ’ έναν δικό της τρόπο. Είχε την αντίληψη της κατακτητικής αγάπης. Πίστευε ότι της ανήκες. Μάλιστα, την περίοδο που έλειπα με υποτροφία στην Αμερική, ξεπούλησε σε έναν παλιατζή οτιδήποτε δικό μου.»
Αγαπημένος τόπος του μικρού Κωνσταντίνου η Αίγινα, όπου περνούσε τις καλοκαιρινές περιπέτειες των διακοπών, στο κτήμα της οικογένειας εκεί. Ο πατέρας της μητέρας του υπήρξε ο πρώτος που έφερε τη φιστικιά από τη Μέση Ανατολή στην Αίγινα. Θυμάται να μαζεύει με το χέρι τους καρπούς από τα δέντρα που έμειναν μικρά, θάμνοι σχεδόν, από τον πρώτο εκείνο σπόρο. Αγάπησε τη θάλασσα με τα καράβια της. Θέλησε να γίνει μάστορας, σχεδιαστής, ναυπηγός. Συνέλαβε και κατασκεύασε μόνος του ένα ιστιοφόρο και δύο κανό.
Η αρχιτεκτονική ήρθε λίγο αργότερα στη ζωή του Δεκαβάλλα μέσα από το πρόσωπο του αρχιτέκτονα και αρχαιολόγου θείου του, Gorham Phillips Stevens, ο οποίος πραγματοποίησε την πρώτη σοβαρή μελέτη του Ερεχθείου της Ακρόπολης Αθηνών που παραμένει πρότυπη μέχρι και σήμερα. Το 1948 λαμβάνει Δίπλωμα Αρχιτέκτονα Μηχανικού από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Από το 1949 έως το 1951 διετελεί άμισθος επιμελητής στην Έδρα της Eιδικής Kτιριολογίας του E.M.Π. Το 1953 ήρθαν οι σπουδές στην Αμερική, M.Sc. στο Πανεπιστήμιο Columbia της Nέας Yόρκης, και το 1956 μεταφέρεται στην Αγγλία για να σπουδάσει πολεοδομία-χωροταξία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.
Επιστροφή στην Ελλάδα για να εργασθεί στο Yπουργείο Δημοσίων Έργων, μέχρι το 1960, ως υπεύθυνος για τις πολεοδομικές και αρχιτεκτονικές μελέτες της ανοικοδόμησης της Σαντορίνης μετά τις καταστροφές του σεισμού. Αμέσως μετά, έως το 1969, εργάζεται ως αρχιτέκτονας της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος ενώ, παράλληλα, ιδρύει το δικό του ιδιωτικό γραφείο αρχιτεκτονικών και πολεοδομικών μελετών με πλούσια εργογραφία και πλήθος συνεργασιών.
Το 1980 εκλέγεται καθηγητής Αρχιτεκτονικών Συνθέσεων στο ΕΜΠ διδάσκοντας ενεργά για τα 13 επόμενα έτη. Το 1992 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Pomona στην Kαλιφόρνια ενώ το 1993 ανακηρύσσεται Ομότιμος Καθηγητής του Πολυτεχνείου και βρεβεύεται με το Dean’s Award του California State Polytechnic University, Pomona, College of Environmental Design. Το 2004, η Γαλλική Κυβέρνηση του απονέμει τη διάκριση Chevalier de l’ ordre du Mérite. Ο Δεκαβάλλας θεωρούσε την αρχιτεκτονική γενική παιδεία, με θέση στη μέση εκπαίδευση, με σκοπό να εμφυσήσει στους μαθητές αρχές αλληλεγγύης και συνεργασίας. Θέτοντας ως παράδειγμα κορυφαίους αρχιτέκτονες, όπως ο Λε Κορμπιζιέ και ο Φρανκ Λόιντ Ράιτ, που δεν έλαβαν ακαδημαϊκές σπουδές αλλά μαθήτευσαν στη τέχνη της αρχιτεκτονικής, πρακτικά, δίπλα «σε σπουδαίους και άξιους» αρχιτέκτονες-δάσκαλους, ο Δεκαβάλλας πίστευε και προωθούσε, ενεργά, τις αρχές της αυτομόρφωσης. Σε μια πορεία δια βίου μάθησης, έβλεπε τον αρχιτέκτονα όπως τον εαυτό του: αιώνιο έφηβο, ισόβιο ερευνητή της πόλης και των κοινωνικών σχέσεων, διαμεσολαβητή-ενορχηστρωτή της εμπειρίας των κοινών.
“Στους νέους φοιτητές θα έλεγα ότι η μάθηση είναι θέμα βούλησης, όχι δασκάλου.”
Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας παρέμεινε ακμαίος, ενεργός και δημιουργικός μέχρι το τέλος της ζωής του, παραδίδοντας το γραφείο-εργαστήρι του στην αρχιτεκτονική ομάδα 4k Architects, που ιδρύθηκε το 2013, παραμένοντας σύμβουλος σε επιλεγμένα έργα του γραφείου από τότε μέχρι και σήμερα.
«Εξακολουθώ να σχεδιάζω κάθε μέρα στο γραφείο, να σκιτσάρω και να γράφω τα απομνημονεύματά μου. Έχω ένα τεράστιο αρχείο και παλεύω καθημερινά να το ταξινομήσω. Επιπλέον, διαβάζω πολλά βιβλία Ιστορίας.»
Για τον Κωνσταντίνο Δεκαβάλλα η αρχιτεκτονική δεν υπήρξε ποτέ εμπορική δραστηριότητα, με στόχο την οικονομική επιτυχία, αλλά «ένας συνδυασμός τέχνης και επιστήμης». Στο προσωπικό του σχεδιαστικό λεξιλόγιο, υιοθέτησε τις αρχές του μοντερνισμού: ελεύθερη κάτοψη, ρευστή σχέση ανοιχτών-κλειστών χώρων, λιτές σχεδιαστικές γραμμές, ειλικρίνεια και οικονομία στη κατασκευή. Στα έργα του, τον απασχόλησαν ιδιαίτερα οι αρχές της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής και η ενσωμάτωση της σύνθεσης στη φυσιογνωμία του τοπίου και του τόπου. Ολοκλήρωσε πλήθος αρχιτεκτονικών μελετών, μικρότερης ή μεγαλύτερης κλίμακας, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν η συμμετοχή του στον σχεδιασμό του τουριστικού συγκροτήματος του Αστέρα Γλυφάδας (1955-1958), του ξενοδοχείου Ναυσικά στον Αστέρα Βουλιαγμένης (1979), του ξενοδοχείου Apollo Beach στο Πόρτο Χέλι και του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στα Φηρά Σαντορίνης (1971). Στα οικιστικά του έργα ξεχωρίζουν η πολυκατοικία στη Λουκιανού και Δεινοκράτους στο Λυκαβηττό (1961), σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Θαλή Αργυρόπουλο, η κατοικία στη Βάρκιζα (1963), σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Θαλή Αργυρόπουλο, και η μονοκατοικία στο Καβούρι (1971).
«Από τα μέσα του 20ού αιώνα η αρχιτεκτονική τείνει να εξαφανιστεί από τον νεοελληνικό χώρο. Δείτε πόσα νεοκλασικά έχουν κατεδαφιστεί ή αντικαταστάθηκαν από άλλα κτίσματα, συνήθως αδιάφορα και απεχθή. Στο σύστημα της μελετοκατασκευής, που αφορά την ανάθεση κτιριακών έργων, η αρχιτεκτονική αποτελεί μόνο το 9%, διότι, όπως φαντάζεστε, προέχουν η τάχιστη παράδοση του έργου και το κόστος.»
Παροιμιώδης και πολυτάραχη υπήρξε η σχέση του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα με τη σύγχρονη Αθήνα την οποία χαρακτήρισε, χωρίς καμία αμφιβολία, ως μια από τις «πιο άσχημες πόλεις σε όλον τον κόσμο». Ξεχώριζε τον Εθνικό Κήπο, το Ζάππειο, το Αρχαιολογικό Μουσείο και το μετρό ως τα αγαπημένα του μέρη στην θηριώδη πρωτεύουσα – την «τεράστια τσιμεντούπολη» που δεν σχεδιάστηκε από αρχιτέκτονες αλλά εργολάβους «εμποροσπιτάδες». Σκεφτόταν με απογοήτευση και απορία το γεγονός πως το ελληνικό κράτος ουδέποτε τον αξιοποίησε για τις πολεοδομικές του ικανότητες ενώ μέχρι το τέλος της ζωής του, πάντα ασυμβίβαστος, οξυδερκής κι ετοιμόλογος, στηλίτευε τη κακοδιαχείριση του νεοελληνικού κράτους που από τα μέσα του 20ου αιώνα τείνει να εξαφανίσει την αρχιτεκτονική από τον αστικό ιστό, να εξολοθρεύσει τη κίνηση και τη στάση των πεζών και να μετατρέψει τελικά την Αθήνα «σε ένα τεράστιο πάρκινγκ».
Διαβάστε την επιστολή του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα στο Archisearch με αφορμή την κύρωση του νομοσχεδίου για τη σύμβαση Διανομής Ακινήτου στον Μητροπολιτικό Πόλο Ελληνικού – Αγίου Κοσμά από την ελληνική βουλή στις 24.03.2021, εδώ.
«Η δόμηση έγινε συνώνυμο της διαφθοράς. Οι άδειες οικοδομής στηρίζονται σε έναν «τσελεμεντέ» που περιέχει αρχιτεκτονικούς όρους. (…) Δυστυχώς, στον τόπο μας συνεχίζουμε την πολιτική της χούντας: Ελλάς Ελλήνων Εργολάβων.»
Κομβικό σημείο της σχεδιαστικής σκέψης και αντίληψης του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα ήταν η τεράστια σημασία του δημόσιου χώρου της πόλης και της αρχιτεκτονικής του χώρου των πεζών για την ευημερία των πολιτών. Στο βιβλίο του Περπατώντας στην Πόλη, που εκδόθηκε το 2015, ασχολείται με την αρχιτεκτονική του χώρου των πεζών σε πόλεις και οικισμούς, με σχέδια και εικόνες σχεδιασμένες εξολοκλήρου με ελεύθερο χέρι από τον ίδιο έτσι ώστε το θέμα να γίνει πιο προσιτό και κατανοητό, όχι μόνο σε υποψήφιους αρχιτέκτονες αλλά και σε οποιονδήποτε άλλον, ακόμη και σε μαθητές του δημοτικού σχολείου.
Διαβάστε περισσότερα, εδώ.
«Περπατώ κάθε μέρα όσο πιο πολύ μπορώ. Δεν είχα ποτέ άγχος. Πορεύτηκα στη ζωή μου έχοντας την εξής κοσμοθεωρία: ακόμα και αν κάτι πηγαίνει στραβά, εγώ να το θεωρώ αστείο. Με αυτόν τον τρόπο γλίτωνα από το να είμαι διαρκώς δυστυχισμένος. Αντιθέτως, έχω καταφέρει να είμαι πάντα ευτυχής και ενθουσιώδης. Νιώθω πλήρης. Ίσως ήμουν τυχερός. Όλα μού πήγαν καλά.»
Αμετανόητος πολυθεϊστής που δεν φοβόταν το θάνατο, παρά μονάχα μη χάσει το μυαλό του όσο ήταν ακόμα εν ζωή, ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας ονειρευόταν κάθε δεύτερο βράδυ τη Νταίζη, τη σύζυγό του που έφυγε το 2008, να τον νουθετεί. Απόψε για πρώτη φορά, μετά από 14 χρόνια, θα κοιμηθούν και πάλι μαζί.
«Οι μέτριοι, λοιπόν, είναι αυτοί που είναι ικανοποιημένοι από τον εαυτό τους κι έχουν απαιτήσεις από τους άλλους. Εξαίρετοι είναι εκείνοι που δεν είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους, αλλά επιθυμούν να προσφέρουν. Στην εποχή μας αυτοί που θέλουν να προσφέρουν υπάρχουν, αλλά είναι λίγοι και, κυρίως, υποχείριο της μάζας. Ο κόσμος διοικείται σήμερα από τους μετρίους. Ωστόσο, ευτυχώς, η ανθρωπότητα είναι ακόμα ζωντανή, παρά την ανοησία της.»
Τα αποσπάσματα είναι από τη συνέντευξη του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα στη LIFO και τον Γιάννη Πανταζόπουλο (https://www.archisearch.gr/books/walking-in-towns-and-cities-the-architecture-of-pedestrian-space-constantin-decavalla/)
READ ALSO: Athens mon amour: η γοητεία της νοσταλγικής Αθήνας στο Instagram | Συνέντευξη με την Άντζελα Λιαρίκου