Ο Αύγουστος, ο κατεξοχήν μήνας των καλοκαιρινών διακοπών, έφτασε κι εμείς ονειρευόμαστε την παύση που δίνει νόημα στη μουσική. Αυτό είναι ένα κείμενο αφιερωμένο στον Αύγουστο ως χρονική καταφυγή που αναζητά, πεισματικά, το χωρικό της ταίρι– το θερινό καταφύγιο –εκείνο το ‘που’ και το ‘πως’ σε άμεση συνύπαρξη.
-γράφει η Μελίνα Αρβανίτη-Πολλάτου
Το θερινό καταφύγιο ως αντίβαρο της αστικής ζωής υπήρξε και παραμένει, ίσως σήμερα περισσότερο από ποτέ, αναπόσπαστο κομμάτι της ευημερίας του (μετα)νεωτερικού ανθρώπου. Στενά συνδεδεμένο με την φύση, το τοπίο της υπαίθρου και έννοιες όπως η «καλοκαιρινή ραστώνη», η «αποσύνδεση», το «slow living» και το «Dasein»*, το θερινό καταφύγιο αποτελεί μια δυναμική έννοια που, στην επίκαιρη συνθήκη του υπερτουρισμού**, αναζητά, επιτακτικά, (επανα)προσδιορισμό.
Το καίριο ερώτημα ένα: τι γίνεται με τις Κυκλάδες;
Τέλη Ιουλίου 2024 αποβιβάζονται, από κρουαζιερόπλοια, στην Σαντορίνη 17.000 τουρίστες με την δημοτική αρχή του νησιού να προτρέπει τους ντόπιους σε κατ’ οίκον περιορισμό. Την ίδια περίοδο, ψηφιακός χάρτης του νησιωτικού συμπλέγματος των Κυκλάδων αποτυπώνει τις δυσανάλογα πολυπληθείς κολυμβητικές δεξαμενές, κατά κόσμον πισίνες, επισημαίνοντας τις περιοχές που πλήττονται ήδη κι εκείνες που αναμένεται να πληγούν, στο άμεσο μέλλον, από υπερδόμηση και υπερτουρισμό. (Διαβάστε περισσότερα σχετικά, εδώ)
«Έτσι, παραδόξως, η Αντίπαρος έχει τόσες πισίνες όσες η Ίος, η Σίφνος και η Σέριφος μαζί. Η Πάρος, από την άλλη πλευρά, έχει τον ίδιο αριθμό πισινών με τη Νάξο, την Ίο, τη Σίφνο, τη Σέριφο και τη Σύρο μαζί. Αν δεχτούμε τον αριθμό των πισινών ως δείκτη της τουριστικής ανάπτυξης, ο χάρτης καθιστά σαφές ότι η Πάρος, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθός της, έχει υπερβεί κατά πολύ τις δυνατότητές της όσον αφορά τις υποδομές, τη διαχείριση των αποβλήτων και τους υδάτινους πόρους.»
— ομάδα Digital Paros σε σχετική ανακοίνωσή της σχολιάζοντας τα συμπεράσματα της χαρτογράφησης.
Σε αυτό το κλίμα και καταμεσής των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στις πυρωμένες πόλεις, που βιώνουν σταθερά όλο και περισσότερους καύσωνες μακράς διαρκείας, ακολουθεί μια σειρά από ενεργές υποθέσεις.
Πριν γίνει αρχιτεκτονική, το θερινό καταφύγιο είναι δικαίωμα και κοινωνικό αγαθό.
Αντλώντας θεωρητικές αναφορές από τα κινήματα ‘slow movement (αργό κίνημα)’ και ‘degrowth (αποανάπτυξη ή απομεγέθυνση)’, που αντιτίθενται στους φρενήρεις ρυθμούς της μητροπολιτικής ζωής στον καπιταλισμό, φανταζόμαστε μια κοινωνία και έναν πλανήτη με παύσεις, ανάσες και κενά στο μέτρο του ανθρώπου.
«(…) μια πολιτιστική επανάσταση ενάντια στην ιδέα ότι το πιο γρήγορο είναι πάντα καλύτερο. Η Slow φιλοσοφία δεν προτείνει να γίνονται τα πάντα με ρυθμούς σαλιγκαριού αλλά στην κατάλληλη ταχύτητα. Να απολαμβάνεις τις ώρες και τα λεπτά παρά, απλώς, να τα μετράς. Να κάνεις τα πάντα όσο πιο καλά γίνεται αντί όσο πιο γρήγορα γίνεται. Η προτεραιοποίηση της ποιότητας έναντι της ποσότητας στα πάντα από τη δουλειά μέχρι το φαγητό και την διαπαιδαγώγηση.»
— Carl Honoré, Καναδός δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου In Praise of Slow (2004).
Με αυτή τη συλλογιστική, το θερινό καταφύγιο διαμορφώνεται στα όρια του ουσιώδους και του απαραίτητου. Η σπηλιά του βράχου σε κάποια ακρογιαλιά. Το καλύβι καταμεσής του κάμπου. Η σκιά που κάνει το πλατάνι στην πλατεία του χωριού για να κάθονται οι μεγάλοι και να παίζουν τα παιδιά.
«Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα πάντα αλλάζουν. (…) όμως οι βασικές μας ανάγκες δεν αλλάζουν ποτέ. Η ανάγκη να σε δουν και να σε εκτιμήσουν είναι η ανάγκη του ανήκειν. Η ανάγκη για εγγύτητα, φροντίδα και αγάπη! Αυτά δίνονται μόνο μέσα από την βραδύτητα στις ανθρώπινες σχέσεις. Για να τιθασεύσουμε τις αλλαγές, πρέπει να ανακτήσουμε την βραδύτητα, την περισυλλογή και την συλλογικότητα. Εκεί θα βρούμε μια πραγματική νέα αρχή.»
— Guttorm Fløistad, Νορβηγός φιλόσοφος.
Ως δικαίωμα και αγαθό, το θερινό καταφύγιο είναι, εξ’ ορισμού, κοινό, διαμοιρασμένο, βαθιά δημοκρατικό. Απαντώντας στην πανανθρώπινη ανάγκη για ξεκούραση, διακοπή κι επαναφόρτιση, κοντά στη φύση, το θερινό καταφύγιο ξεπερνάει τις έννοιες της ιδιοκτησίας και της ιδιώτευσης και αναδύεται ως ανοιχτός τόπος συναναστροφής και συνάντησης σ’ ένα δυναμικό παρόν: πολυενδεχομενικό και συμπεριληπτικό.
Μάθετε περισσότερα για την αγροικία στα Κύθηρα, εδώ!
“Στη χώρα απ’ όπου προέρχομαι, η γενιά των παππούδων μου δεν είχε ακούσει ποτέ να γίνεται λόγος για μακροπρόθεσμη σχεδιοποίηση, για εξωτερικότητες, για μετακίνηση των ηπείρων ή για διαστολή του Σύμπαντος. Όμως, εξακολουθούσαν, και στα γηρατειά ακόμη, να φυτεύουν ελιές και κυπαρίσσια, χωρίς να τους απασχολούν ζητήματα κόστους και απόδοσης. Ήξεραν ότι θα πέθαιναν, έσκαβαν όμως τη γη για τους επερχόμενους, αλλά ίσως και για τη γη την ίδια. Ήξεραν ότι, οποιαδήποτε “ισχύ” κι αν είχαν, η ισχύς αυτή δεν είχε ευεργετικά αποτελέσματα αν αυτοί δεν υπάκουαν στις εποχές, αν δεν πρόσεχαν τους ανέμους και δεν σέβονταν την ευμετάβολη Μεσόγειο, αν δεν έκοβαν τα δέντρα την ώρα που έπρεπε και δεν άφηναν το μούστο τον καιρό που χρειαζόταν για να βράσει. Δεν σκέφτονταν με όρους απειρότητας – ίσως να μην καταλάβαιναν και την έννοια της λέξης· όμως δρούσαν, ζούσαν και πέθαιναν σε ένα χρόνο αληθινά χωρίς τέλος.”
—Κορνήλιος Καστοριάδης, Έλληνας φιλόσοφος.
Δεν είναι κάθε εξοχική κατοικία ένα θερινό καταφύγιο.
«Σπίτι με κήπον»
Ήθελα να ’χω ένα σπίτι εξοχικό
μ’ έναν πολύ μεγάλο κήπο— όχι τόσο
για τα λουλούδια, για τα δένδρα, και τες πρασινάδες
(βέβαια να βρίσκονται κι αυτά· είν’ ευμορφότατα)
αλλά για να ’χω ζώα. A να ’χω ζώα!
Τουλάχιστον επτά γάτες— οι δυο κατάμαυρες,
και δυο σαν χιόνι κάτασπρες, για την αντίθεσι.
Έναν σπουδαίο παπαγάλο, να τον αγρικώ
να λέγει πράγματα μ’ έμφασι και πεποίθησιν.
Aπό σκυλιά, πιστεύω τρία θα μ’ έφθαναν.
Θα ’θελα και δυο άλογα (καλά είναι τ’ αλογάκια).
Κι εξ άπαντος τρία, τέσσαρα απ’ τ’ αξιόλογα,
τα συμπαθητικά εκείνα ζώα, τα γαϊδούρια,
να κάθονται οκνά, να χαίροντ’ οι κεφάλες των.
(Κ. Π. Καβάφης, Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877-1923, Ίκαρος 1993)
Περισσότερα για την κατοικία Γέρμα στη Χίο, εδώ!
Στον σχεδιασμό της εξοχικής κατοικίας από την παραδοσιακή κυκλαδίτικη κατοικιά με τον φούρνο, τον στάβλο και το μποστάνι, που λειτουργούσε ως αυτόνομη μονάδα στέγασης και κάλυψης των αναγκών του ατόμου και της οικογένειας, έχουμε πάει στην άνευ τόπου και χρόνου πολυτέλεια. Πως βρεθήκαμε από το μεσογειακό Cabanon του Le Corbusier και το καλύβι, ορμητήριο και ησυχαστήριο, του Martin Heidegger στο Μέλανα Δρυμό στην υπερμεγέθη βίλα με πισίνα στο χείλος του Αιγαίου πελάγους;
Η σχεδιαστική κοινότητα μοιάζει να καλείται να επαναπροσδιορίσει την ανθρώπινη ανάγκη προσδίδοντας μέτρο και σύνεση στο περιττό: εκπαιδεύοντας και εκδημοκρατίζοντας.
Κι ίσως το πιο σημαντικό ερώτημα: πως επιστρέφουμε, ως αρχιτέκτονες, σχεδιαστές και άνθρωποι, πίσω στα ουσιώδη, πίσω στα βασικά;
Παρατηρώντας την τοπογραφία των νησιών από ψηλά, σε επίπεδο masterplan, γίνεται, άμεσα, εμφανές πως πρέπει να μάθουμε να λέμε όχι.
Όχι στην αλλοίωση του παραδοσιακού συστήματος οργάνωσης του τοπίου ‘πεζούλα-ξερολιθιά’ από επιμήκεις υπέργειους όγκους και εκχωματώσεις για πισίνες και υπόσκαφα. Όχι στην υπερδόμηση. Όχι στην χρήση και εισαγωγή οικοδομικών υλικών που δεν είναι συνυφασμένα με τον τόπο. Όχι στην προτεραιοποίηση των αναγκών των επισκεπτών εις βάρος των μόνιμων κατοίκων σε επίπεδο υποδομών και καθημερινών συνηθειών. Όχι στη χλιδή και στην υπερβολή που αναπαράγει συνθήκες αστικής νεύρωσης στο λιτό τοπίο της υπαίθρου των Κυκλάδων. Όχι στην αχαλίνωτη και άνευ όρων εμπορευματοποίηση του καλοκαιρινού χωροχρόνου, της γης και της θάλασσας. Όχι στο μαρασμό της ευαισθησίας και της ενσυναίσθησης στο βωμό του αλόγιστου κέρδους της αγοράς.
Περισσότερα για τον ξενώνα ΑΡΓΑΛΙΟΣ στη Δονούσα, εδώ!
Περισσότερα για τις ‘Κατοικίες’ στο Μεγανήσι, εδώ!
Ναι στην διαιώνιση και τον εμπλουτισμό της έμφυτης λαϊκής κατασκευαστικής σοφίας και αρχιτεκτονικής γνώσης. Ναι στην οριζόντια ανάπτυξη των οικοσυστημάτων με συλλογικούς όρους που τα ίδια θεσπίζουν. Ναι στην διεπιστημονική συνεργασία για την εξυγίανση και διαφύλαξη του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος. Ναι στην κοινή υπαίθρια ζωή δίπλα από την θάλασσα και κάτω από τον ήλιο, τ’ αστέρια και το σεληνόφως.
Περισσότερα για τον Εξοχικό κήπο με δωμάτιο στην Κέα, εδώ!
«Μια βόλτα στο δάσος είναι αναζωογονητική και θεραπευτική εξαιτίας της συνεχούς αλληλεπίδρασης όλων των αισθήσεων. Ο Μπασλάρ μιλάει για ‘πολυφωνία των αισθήσεων’. Η όραση συνεργάζεται με το σώμα και τις υπόλοιπες αισθήσεις του. Η αντίληψη της πραγματικότητας οξύνεται και ξεκαθαρίζει από αυτή την διαρκή συσχέτιση. Η αρχιτεκτονική είναι, απαραίτητα, μια επέκταση της φύσης στην ανθρωπογενή σφαίρα παρέχοντας έδαφος κατανόησης και ορίζοντα εμπειρίας και κατανόησης του κόσμου»
— Juhani Pallasmaa, Φινλανδός αρχιτέκτονας και ακαδημαϊκός.
Το θερινό καταφύγιο ως προσωπική και συλλογική μήτρα.
Το θερινό καταφύγιο καλεί σε μια επιστροφή στα βασικά σε υπαρξιακό επίπεδο. Είναι ο τόπος κάθαρσης των περιττών, απέκδυσης των φορεμένων. Είναι ο τόπος αναγέννησης του προσωπικού και (επανα)σύνδεσής του στο συλλογικό με όρους συνειδητότητας. Είναι ο τόπος όπου η εμπειρία γίνεται αφορμή και η ιδέα πράξη.
Πως μοιάζει ένας τέτοιος χώρος;
Πως τον αναγνωρίζουμε;
Μήπως μας μοιάζει;
Σίγουρα μας μοιάζει και σίγουρα του μοιάζουμε επιλέγοντάς τον.
Ξεκινώντας από το αρχετυπικό καταφύγιο, την σπηλιά, το θερινό καταφύγιο είναι μια μήτρα που εκκολάπτει τον άνθρωπο ορίζοντας και επανακαθορίζοντας την έξοδό του στον κόσμο των πραγμάτων.
Πως σχεδιάζεται μια μήτρα; Η απάντηση απλή: δεν σχεδιάζεται.
Μάθετε περισσότερα για τον ξενώνα ΜΑΙΝΑ, εδώ!
Η μήτρα υπάρχει, λειτουργεί, προσαρμόζεται και αλλάζει δίχως τη δική μας βούληση. Η μήτρα «είναι» κι εμείς χρειάζεται να μάθουμε να υπάρχουμε μέσα στο «είναι» αυτό. Με γλύκα, διάθεση κι ελευθερία. Να μια σχεδιαστική αποστολή. Να μάθουμε στους ανθρώπους να βλέπουν, να παρατηρούν, να εντάσσονται, να συχνάζουν. Να μάθουμε στους ανθρώπους να συνδιαλέγονται, να επικοινωνούν και όχι να διατάζουν. Ο ρόλος της αρχιτεκτονικής, εν προκειμένω, δεν είναι η «εκ του μηδενός» δημιουργία αλλά η κατανόηση, η αποκωδικοποίηση, η διαχείριση και, εν τέλει, η ενσωμάτωση της υπάρχουσας γνώσης, του υπάρχοντος εδάφους, του υπάρχοντος έργου και των υπαρχουσών δομών και υποδομών στις ανάγκες και τις επιθυμίες της σύγχρονης πραγματικότητας.
Εδώ η αρχιτεκτονική καλείται να μεταφράσει τη βιωμένη σοφία του χθες στο ανυπόμονο σήμερα, να θυμίσει σε αυτούς που έχουν ξεχάσει, να γνωριστεί με τους ξένους, να συστήσει στα μικρά παιδιά.
Το θερινό καταφύγιο δεν είναι κάτι που παραδίδεται κατά παραγγελία. Δεν πουλιέται και, ασφαλώς, ούτε αγοράζεται. Δημιουργείται μέσα από την εμπειρία της αναζήτησης και ανακαλύπτεται σαν μια μυσταγωγία.
Περισσότερα για την εξοχική κατοικία στα Κύθηρα, εδώ!
«Αύγουστος»
Το φως είναι μαύρο, καμένο απ’ τη ζέστη σαν ανθρώπινο σώμα.
Πόδια γυμνά, δυνατά, βαμμένα απ’ τη θάλασσα ή το μούστο.
Στήθια κρουστά, σφιγμένα στις παλάμες του ήλιου.
Ο αγωγιάτης, ο αμπελουργός, ο βαρκάρης, οι τρεις του θυγατέρες κρέμονται πάνω από βαθιά, χρυσά πηγάδια.
Πάνω στ’ αλώνια λιχνίζουνε μεγάλα στάχυα.
Μες στα μάτια των παιδιών χώνονται τ’ άχυρα.
Τρέχουν.
Τ’ αμπέλια είναι απέραντα σαν τη δόξα ή την άγνοια.
Λίγο να κάνεις να σκύψεις θα βουλιάξεις ακέριος στο γαλάζιο.
Τα παράθυρα πνίγηκαν κιόλας μέσα στο χώμα.
Και τούτα τα κόκκινα λουλούδια του κήπου είναι από κείνα τα πανάρχαια αγάλματα, πλαγιασμένα, σε στύση.
(Γ. Ρίτσος, Ποιήματα, 4ος τ., εκδ. Κέδρος)
*Dasein: ένας από τους πλέον χαρακτηριστικούς νεολογισμούς που εισήγαγε ο Γερμανός φιλόσοφος Μάρτιν Χάιντεγκερ και σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει, ‘είμαι παρών στον κόσμο’.
**υπερτουρισμός (νεολογισμός): το πολύ μεγάλο πλήθος τουριστών που επισκέπτονται μια περιοχή, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την πρόκληση προβλημάτων στους κατοίκους των τουριστικών περιοχών ή προστριβών με αυτούς, που αντιλαμβάνονται τους πολλούς τουρίστες ως παράγοντα αναστάτωσης της καθημερινότητάς τους. [ορισμός από Eteron.org]
READ ALSO: Luanda Waterpoints | by Paulo Moreira Architectures