In our proposal for the corporate identity of “Nea Odo” and also “Kentriki Odo” we experimented with an architecture that meets a kind of interventional art, claiming the attention of the citizens. We chose a vague spectrum, between architecture and art, governed by unexpected narratives, trying to transform the facilities of a motorway into a public object of art. We wanted to offer to the ‟traveler” an alternative experience: that is original, unexpected, and contemporary.
Το γραφείο Potiropoulos+Partners μας εξηγεί το σκεπτικό και την προσέγγισή του γύρω από την αρχιτεκτονική εταιρική ταυτότητας της «Νέας» και «Κεντρικής Οδού»:
Στις ημέρες μας εξελίσσεται μια συζήτηση που διαπραγματεύεται τα ζητήματα των κοινωνικών αναγκών διεθνώς, της ορθής χρήσης των πόρων, των αποφάσεων και χειρισμών με γνώμονα το γενικό συμφέρον, εν τέλει της μεταμόρφωσης της σύγχρονης αρχιτεκτονικής σε δημόσιο αγαθό.
Πάντα υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν ιδέες και προτάσεις που επεξεργάζονται δυνατότητες, ανοίγουν νέους δρόμους, ανιχνεύουν δημιουργικές πρωτοβουλίες, υπερβαίνοντας δεδομένες συμβατικές αντιλήψεις για το πως και για ποιούς σχεδιάζεται και χτίζεται η αρχιτεκτονική.
Στην πρότασή μας για την εταιρική ταυτότητα της «Νέας Οδού» και αντίστοιχα της «Κεντρικής Οδού» πειραματιστήκαμε με μια αρχιτεκτονική που διασταυρώνεται με ένα είδος παρεμβατικής τέχνης διεκδικώντας το ενδιαφέρον των πολιτών. Κινηθήκαμε σε ένα ελαφρώς ασαφές φάσμα, μεταξύ αρχιτεκτονικής και τέχνης, που διέπεται από αναπάντεχες αφηγήσεις, επιχειρώντας να μεταμορφώσουμε τις εγκαταστάσεις ενός αυτοκινητόδρομου σε δημόσιο αντικείμενο τέχνης. Θέλαμε να προσφέρουμε στον ταξιδιώτη μια εναλλακτική εμπειρία: πρωτότυπη, απροσδόκητη, επίκαιρη. Διότι δεν αρκεί απλώς να κατανοούμε την λειτουργία ενός κτίσματος, ούτε μόνον να βλέπουμε και να αναγνωρίζουμε την ομορφιά ενός έργου.
Πρέπει το έργο αυτό να δημιουργεί συναισθήματα, να παράγει σκέψεις, να μας επηρεάζει. Υπάρχει η ισχυρή πεποίθηση στην ελληνική κοινωνία ότι η τέχνη αφορά λίγους ταλαντούχους δημιουργούς, και αντίστοιχα λίγους διανοούμενους αποδέκτες, εγκλωβισμένη στους τέσσερις τοίχους μιας γκαλερί. Εμείς δεν το πιστεύουμε αυτό.
Σύμφωνα με την κοινωνική ιστορία της τέχνης η θεωρητική προσέγγιση ανασυνθέτει το πλαίσιο υποδοχής ενός έργου τέχνης σε μια πρακτική που συνίσταται στην σύζευξη δύο διακριτών ρόλων: του καλλιτέχνη και του κοινού του.
Τι συμβαίνει όμως όταν το αμφίπλευρο αυτό σχήμα γίνεται πιο περίπλοκο; Έχουμε σήμερα την δυνατότητα να οραματιστούμε τον αρχιτέκτονα και τον καλλιτέχνη στον ρόλο του οργανικού διανοούμενου σε μια συμμετοχική διεργασία συνειδητής παρέμβασης για την διαμόρφωση της αισθητικής αντίληψης και του στοχασμού πάνω σε μια διαφοροποιημένη πολυεπίπεδη σύγχρονη πραγματικότητα; Για να μπορεί να λειτουργεί, ο αρχιτέκτων, ο καλλιτέχνης, ως μοχλός αναδιανομής του δημόσιου χώρου;
Στην περίπτωση της πρότασής μας για την «Νέα» και «Κεντρική Οδό» η μετάβαση από το αρχιτεκτονικό αντικείμενο στο εικαστικό συμβάν επιχειρεί να εισάγει τον ταξιδιώτη, μέσα από την ώσμωση διαφορετικών ιδεών και μέσων, σε διαφορετικούς τρόπους κατανόησης του καθημερινού χώρου στον οποίο ζει και κινείται. Θέλουμε να δει ότι οι λειτουργίες που υποστηρίζουν έναν αυτοκινητόδρομο δεν είναι απλά ουδέτερες κατασκευές, αλλά ζωτικές χωρικές δραστηριότητες που έχουν συλληφθεί στην προοπτική πολλαπλών οπτικών και εννοιολογικών συσχετίσεων – αρχιτεκτονικών, καλλιτεχνικών, ιδεολογικών – αποδίδοντας στον δημόσιο χώρο μια δυναμική μεταμόρφωσης.
READ ALSO: The Appetising Brand Identity of Gloria Patisserie by Alexandros Gavrilakis