EN / GR
Text by the architects
The architectural approach of “Mykonos White Boxes Resort” is not tempted by the idea of imitation. From the very beginning it aimed at challenging the notion of “dialectical contemporary”, bypassing the “traditional” and “ephemeral”. In order for the ambient atmosphere of the place – and its underlying nature, the one that a person receives behind and beyond the visible or the obvious – to be reflected on the synthesis in a contemporary manner, a terminology was adopted, that was borrowed from a neo-modern manierism, filled with multiple experiential implications that deal with the concept of the “building-event”. This approach contrasts the truly pictorial revival of the traditional “building-exemplar”.
The complex is developed amphitheatrically, with multiple levels in succession, resembling terraced fields on a hillside. Built in equal courses with intermediate voids, the modules of the rooms and suites create linear arrays reminiscent of drystone walls on a bigger scale. The parts extracted from the main volume of the structure that the rooms are developed – in such a way that ensures that the primitive volume remains comprehensible – are filled with natural light, a key element of the composition. The suggested synthesis constitutes a spatial narrative of the attributes of this particular place. The dialogue between the proposal and the natural landscape of the area, as well as with the living memory of the tradition, outline the main design principles.
Η προτεινόμενη σύνθεση αποτελεί μια χωρική αφήγηση των γνωρισμάτων του συγκεκριμένου Τόπου. Ο διάλογος με το φυσικό περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται η τουριστική μονάδα, και αντίστοιχα με την ζώσα μνήμη της παράδοσης, περιγράφει τον κύριο άξονα του σχεδιασμού – η διπλή αυτή προσέγγιση δηλώνει, σε δεύτερη ανάγνωση, και την σημειολογική αφετηρία του. Το συγκρότημα αναπτύσσεται αμφιθεατρικά, σε επάλληλα επίπεδα, που θυμίζουν αναβαθμούς καλλιεργειών σε πλαγιά βουνού. Συντεθειμένα σε ένα είδος ισόδομου συστήματος με ενδιάμεσα κενά, τα modules των δωματίων και σουϊτών δημιουργούν γραμμικές συστοιχίες παραπέμποντας συμβολικά σε “ξερολιθιές” μεγάλης κλίμακας.
Τα τμήματα που αφαιρούνται από τον όγκο της βασικής μπάρας των δωματίων – με τρόπο ώστε το πρωταρχικό στερεό της να παραμένει αντιληπτικά προσδιορισμένο – καταλαμβάνονται από το φως, ένα από τα γενεσιουργά συστατικά της σύνθεσης. Την εντύπωση που δίνει η συγκεκριμένη χειρονομία – ενός λευκού όγκου με κενά εν είδει επαναλαμβανόμενων “μοτίβων/εσοχών” – την συναντάει κανείς στην μορφολογία των περίφημων κυκλαδίτικων περιστερώνων. Στην χαμηλότερη στάθμη έχουν χωροθετηθεί οι κοινόχρηστες λειτουργίες, τις οποίες εξυπηρετεί ένα ενιαίο κλιμακωτό κτίριο που ανοίγεται στην θέα της θάλασσας, ενώ στην συνέχειά του, προς το όριο της ακτογραμμής, ξεδιπλώνονται ο κεντρικός υπαίθριος χώρος και η επιμήκης πισίνα, που “ενώνονται” με τον ορίζοντα.
Την κανονικότητα του σχεδιασμού αναιρούν οι ημιυπαίθριοι χώροι του κεντρικού κτιρίου και των πτερύγων των δωματίων, καθώς σχηματοποιούνται από διάτρητες φυτομορφικές οριζόντιες και κατακόρυφες επιφάνειες που συνομιλούν με το φυσικό φως. Σε συνδυασμό με τις μετακινήσεις/μεταθέσεις των επιμέρους modules, και αντίστοιχα τις ολισθήσεις των ενδιάμεσων κενών, οι τυχαίες αυτές γεωμετρίες παράγουν μια συνεχή “κίνηση” σε κάτοψη και τομή. Ενώ, λοιπόν, οι λειτουργίες πειθαρχούν σε έναν ευκρινή γεωμετρικό χειρισμό – με την άρθρωση παραλληλεπίπεδων επαναλαμβανόμενων στοιχείων πάνω σε ένα ενιαίο γραμμικό concept μεγάλου μήκους – ταυτόχρονα προσδίδεται μια έντονη αίσθηση ροής στον χώρο και μεταβλητότητας στην μορφή.
Οι σχέσεις που γεννά η συνομιλία ανάμεσα στα “πλήρη” και τα “κενά”, που χαρακτηρίζουν την οργανωτική και γλυπτική διατύπωση του σχεδιασμού, επιτρέπουν στο συγκρότημα να “διαβάζει” ως αναπόσπαστο μέρος του τοπιακού πανοράματος. Έτσι, πάνω στον ημιδιαπερατό καμβά της σύνθεσης, το κτισμένο στοιχείο μοιάζει να διεισδύει στο φυσικό, και αντίστροφα, σαν να αλληλοσυμπληρώνονται. Στην λογική του “σκηνογραφικού” αυτού χειρισμού των όψεων, η διάτρητη κτιριακή μάζα λειτουργεί σαν ένα puzzle από αλλεπάλληλες “οθόνες”, οι οποίες “καδράρουν” εικόνες του τοπίου προτείνοντας μια διαδραστική σχέση με τον φυσικό περίγυρο.
Παράλληλα, η επικράτηση του “γωνιώδους”, “σκληρού” και “λευκού” στα σχήματα/υλικά/χρώματα επιτρέπει μια επόμενη ανάγνωση της σύνθεσης, αυτή της ισχυρής αντίστιξης κτίσματος και φύσης – ιδίωμα που διαχρονικά χαρακτηρίζει την κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική. Στους κοινόχρηστους εσωτερικούς και υπαίθριους χώρους η αφήγηση διαφοροποιείται. Η αναφορά στην παραδοσιακή πλατεία, και μαζί στο ντεκ ενός σκάφους, εκφράζοντας την διπλή ταυτότητα της συγκεκριμένης λειτουργικής ενότητας, παραπέμπει εδώ σε μια αρχιτεκτονική της “επιφάνειας”, όπου η κλίμακα γιγαντώνεται ενόσω ο χώρος σχεδιάζεται από το “μακρινό πλάνο” στο “κοντινό”, από “έξω” προς τα “μέσα”.
Γενικά, η αρχιτεκτονική προσέγγιση δεν δελεάζεται από την ιδέα της μίμησης, καθώς εξαρχής στόχευσε στο “διαλεκτικά επίκαιρο”, παρακάμπτοντας το “παραδοσιακό” και το “εφήμερο”. Όπως σημειώνει και ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος στο πόνημά του “Εισαγωγή στον Πλάτωνα”: “…Έργο της διαλεκτικής είναι να μας πηγαίνει από τα πολλά και πασίγνωστα, στο ένα λιτό και αγνώριμο στους πολλούς…”.
Προκειμένου, λοιπόν, να αποτυπωθεί στην σύνθεση με έναν “επίκαιρο” τρόπο η γενικότερη περιρρέουσα ατμόσφαιρα του Τόπου – ο βαθύτερος χαρακτήρας του, αυτόν που εισπράττει κανείς πίσω και πέρα από το ορατό ή προφανές – υιοθετήθηκε το λεξιλόγιο ενός είδους νεομοντέρνου πλαστικού μανιερισμού, με πολλαπλούς βιωματικούς υπαινιγμούς που διαπραγματεύονται την ρητορική του “κτιρίου-συμβάντος”. Σε αντιδιαστολή με την στενά εικονογραφική πιστή αναβίωση του παραδοσιακού “κτιρίου-προτύπου”, που είναι το σύνηθες και αναμενόμενο.
READ ALSO: 100% Hotel Design Awards 2016 - The Vasilicos Caldera Heritage Suites in Santorini / Thingk_S. Vantaraki, M. Danalis