Η έννοια της υγείας διατρέχει τον κατοικημένο χώρο και βρίσκεται σε συσχετισμό με τις περισσότερες ανθρώπινες δραστηριότητες, οι οποίες αξιολογούνται ποιοτικά με βάση την επίδρασή τους σε αυτήν. Ιδιαίτερα σήμερα, που η κρίση του κορονοϊού βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και η απαγόρευση της κυκλοφορίας έχει κλείσει εκατομμύρια ανθρώπων στα σπίτια τους, η κοινωνική αξία που αναγνωρίζεται σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας φαίνεται συνυφασμένη με την υγιεινή. Η υγιεινή της κατοικίας και της πόλης επανέρχεται στο προσκήνιο του δημοσίου διαλόγου ως πρωτεύον κοινωνικό και αρχιτεκτονικό ζήτημα.
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί περίληψη μίας έρευνας που πραγματοποιήθηκε το 2018. Εξετάζει την σταδιακή διεύρυνση της έννοιας της υγείας και την εξέλιξη της σχέσης υγείας-κτισμένου περιβάλλοντος, στις μητροπόλεις της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών, τους δύο τελευταίους αιώνες.
-κείμενο: Παναγιώτης Πετρόπουλος
“Η υγεία αποτελεί μία κατάσταση απόλυτης φυσικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι απλώς την απουσία ασθένειας ή νόσου.”
-Constitution of WHO Principles, 1948 [1]
Το περιεχόμενο της υγείας είναι ιδιαίτερα δύσκολο να προσδιοριστεί αφού αποτελεί μία έννοια δυναμική στον χρόνο και τον χώρο· οι συνήθεις ορισμοί αφήνουν τεράστια περιθώρια ερμηνείας τόσο της ίδιας της έννοιας, όσο και των προβλημάτων υγείας και, βέβαια, των πιθανών θεραπειών. Έτσι, οι επιλογές που έχει κανείς σήμερα στη διάθεσή του μπορεί να προέρχονται είτε από το “παραδοσιακό” βιοϊατρικό μοντέλο (φάρμακα, σωματική άσκηση, διατροφή, ψυχοθεραπεία),είτε από τις λεγόμενες εναλλακτικές μεθόδους και διαφορετικά ιατρικά συστήματα (π.χ. ξεμάτιασμα,yoga, feng shui, Ινδική και κινεζική ιατρική).
Όπως είναι λογικό, οι αρχιτέκτονες αλλά και όλοι όσοι παίζουν κάποιο ρόλο στο σχεδιασμό του κτισμένου περιβάλλοντος αναπόφευκτα χρησιμοποιούν τόσο την ίδια την υγεία, όσο και άλλες συγγενείς της έννοιες, όπως η ευεξία, η ασθένεια, το σώμα, ο πληθυσμός, ή ακόμα και νεολογισμοί όπως ο αστικός βελονισμός, αναζωογόνηση μίας περιοχής, κ.α. Ανιχνεύεται, δηλαδή, αμέσως, μία σχέση μεταξύ της υγείας και της αρχιτεκτονικής, η σημασία και η προέλευση της οποίας συχνά παραβλέπεται στο σχεδιασμό του χώρου.
Με αφορμή την παραπάνω διαπίστωση, η παρούσα έρευνα προσπαθεί, μέσα από τρία παραδείγματα, να σκιαγραφήσει τη σχέση αυτή και να περιγράψει πώς ερμηνεύτηκε, πως χρησιμοποιήθηκε και πως εκφράστηκε στο σχεδιασμό του χώρου η έννοια της υγείας.
Από την Αγγλία του 19ου αιώνα και το κίνημα της εξυγίανσης, στον Le Corbusier και ύστερα στο έργο του Richard Neutra, η (αρχιτεκτονική) ερμηνεία της υγείας περνάει από την υγιεινή της κατοικίας και της πόλης, στην υγεία του πνεύματος και την καθαρότητα των προθέσεων για να φτάσει μέχρι την υποκειμενικότητα του ψυχισμού και την υποστήριξη της ψυχανάλυσης.
Το κίνημα της εξυγίανσης
Το λεγόμενο κίνημα της εξυγίανσης κάνει την εμφάνισή του στην Αγγλία στα τέλη του 19ου αιώνα, στον απόηχο των επιδημιών της χολέρας που αποδεκάτισαν τον πληθυσμό του Λονδίνου. Έρχεται σε μία συνθήκη όπου η ασθένεια παύει να γίνεται αντιληπτή ως θεομηνία ή τιμωρία για την ηθική παρακμή και τα αίτιά της αρχίζουν να αναζητούνται στην ποιότητα του κτισμένου περιβάλλοντος [2]. Η ασθένεια αποτελεί πλέον μία κατάσταση, η οποία μπορεί να επηρεαστεί μέσα από την παρέμβαση στο αστικό περιβάλλον [3].Σύμφωνα με τη λογική αυτή πραγματοποιήθηκαν τεράστιας κλίμακας δημόσια έργα, όπως το κτίσιμο της κοίτης του Τάμεση σε συνδυασμό με τις υπόγειες σωληνώσεις του Λονδίνου ή την ανύψωση της πόλης του Σικάγο για την κατασκευή αποχετευτικού συστήματος.
Η διαφορά, ωστόσο, του κινήματος της εξυγίανσης με προηγούμενες κινήσεις για την υγεία του 19ου αιώνα [4] είναι πως, αντί για κρατική παρέμβαση και επιβολή, έχουμε μία προσπάθεια προσέγγισης της μεσαίας (πλέον) τάξης, ώστε να πειστεί η ίδια να αναλάβει τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής της –στο πλαίσιο της ιδεολογίας που έγινε γνωστή ως το δόγμα της «πεφωτισμένης αυτό-βελτίωσης»[5].
Έχει σημασία να αναφερθεί πως την εποχή εκείνη, ο τρόπος μετάδοσης των ασθενειών δεν ήταν καθόλου σαφής [6]. Παρ’ ότι όμως οι επικρατούσες ιατρικές θεωρίες[7] συνιστούσαν διαφορετικά μέτρα πρόληψης, συνέκλιναν στην αναγκαιότητα δημιουργίας ενός αποχετευτικό συστήματος και αντιμετώπιζαν τη βελτίωση του οικιακού περιβάλλοντος, συνολικά, σαν ένα είδος προληπτικής ιατρικής.
Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί πως η συζήτηση που περιγράφεται δεν λάμβανε χώρα σε ένα ήρεμο κλίμα, αντίθετα, ο πανικός της χολέρας και των μολυσματικών ασθενειών, σε συνδυασμό με τον υπερβάλλοντα ζήλο των υγιεινιστών [8], δημιουργούσε ένα κλίμα τρόμου. Η λιθογραφία και το απόσπασμα που ακολουθούν είναι ενδεικτικά της συνθήκης αυτής.
“Disease and grim death stalk through our fine dwelling houses disease and grim death of our own making… When we are soundly asleep, cradled in fancied security, the impalpable enemy, malaria, arises from the outlets of the very utensils introduced for the preservation our health, the prolongation of our lives, fanning us into deeper slumbers, like the wings of the vampire.” [9]
-Leopold Brandeis, 1873-74
Το ενδιαφέρον των υγιεινιστών επικεντρώθηκε στην κατοικία· κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, άρχισαν να αποκαλούν τους εαυτούς τους ιατρούς σπιτιών [10] και να πραγματοποιούν διαγνώσεις στις κατοικίες και να συνταγογραφούν υλικά κατασκευής, καθώς και τον προσανατολισμό που θα έπρεπε να έχει το κτήριο. Έφτασαν ακόμα στο σημείο να σχεδιάσουν κατοικίες, ή και ολόκληρες πόλεις με βάση τους κανόνες της υγιεινής.
Ταυτόχρονα, μέσα από τα βιβλία και τα άρθρα τους παρείχαν οδηγίες και συμβουλές για να μπορούν οι ιδιοκτήτες να ελέγχουν και μόνοι τους την κατάσταση της κατοικίας τους.
Οι υγιεινιστές άσκησαν δριμεία κριτική στους αρχιτέκτονες, ξεκινώντας μία μεταξύ τους διαμάχη. Οι μεν υποστήριζαν πως οι μηχανικοί καταστρατηγούν τις βασικές αρχές της υγιεινής για λόγους άγνοιας και ευκολίας, ενώ οι δε, έκαναν λόγο για υπερβολές και υπερ-επιστημονικοποίηση της κατασκευής.
Το ζήτημα έλαβε μεγάλες διαστάσεις, με κάλυψη και των δύο πλευρών από τον τύπο της εποχής [11]. Γενικώς, οι προτάσεις των υγιεινιστών έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης από τη μεσαία τάξη. Τα σχέδια κτηρίων που παρουσίαζαν φαίνονταν πιο επιστημονικά από τα αντίστοιχα αρχιτεκτονικά, καθώς στηρίζονταν πάνω στις πιο σύγχρονες ανακαλύψεις της ιατρικής.
Το σπίτι παρουσιαζόταν σε αναλογία με το σώμα, με το κυκλοφορικό και νευρικό σύστημα να παρομοιάζονται με τα συστήματα αερισμού και θέρμανσης της κατοικίας. [12]
Έτσι, διακήρυτταν πως θα συστηματοποιήσουν την κατοικία, ακριβώς όπως η σύγχρονη ιατρική συστηματοποίησε το ανθρώπινο σώμα.
Συνολικά, το κίνημα των υγιεινιστών απαρτίστηκε από ιατρούς, υδραυλικούς, αρχιτέκτονες, κρατικούς αξιωματούχους αλλά και συγγραφείς. Ανάμεσά τους ήταν πολλές γυναίκες εκ πείρας γνώριζαν πολύ καλύτερα τη λειτουργία και αρχιτεκτονική της κατοικίας, αφού κατά κανόνα δεν εργάζονταν. Έτσι η υγιεινή έγινε αντιληπτή ως μέσο χειραφέτησης, και υπάρχουν πολλά βιβλία της εποχής γραμμένα από γυναίκες για γυναίκες, τα οποία εξηγούν τα υδραυλικά και την υγιεινή της κατοικίας [13].
Το κίνημα της εξυγίανσης έφτασε στο αποκορύφωμά του στα τέλη του 19ου αιώνα, με τη διεθνή έκθεση υγείας το 1884 στο Λονδίνο [14]. Εκεί, συναντούσε κανείς δύο μακέτες κτηρίων σε τομή, ενός συνηθισμένου (άρρωστου) και ενός βελτιωμένου (υγιούς) σπιτιού. Το μέγεθος τους ήταν τέτοιο ώστε το κοινό να μπορεί να κινηθεί μέσα στη μακέτα και ο σχεδιασμός υπολογισμένος ώστε η ομοιότητα με τα σπίτια των ίδιων των επισκεπτών να προκαλεί φόβο. Ήθελε να υπονοήσει, δηλαδή η έκθεση, πως ο αρχιτέκτονας ή ο υδραυλικός μπορεί να είχε εγκαταστήσει ανθυγιεινές λεπτομέρειες μέσα στους τοίχους ενός φαινομενικά ‘κανονικού’ σπιτιού, συνειδητά δηλητηριάζοντας τους κατοίκους του. Οι μακέτες αυτές δυστυχώς δεν σώζονται.
Σύντομα μετά την κορύφωσή του, το κίνημα της εξυγίανσης έφτασε πια στο τέλος του, όταν η θεωρία των μικροοργανισμών για τη μετάδοση των ασθενειών εγκαθιδρύθηκε, μαζί με την επιστήμη της βακτηριολογίας, και οι θάνατοι λόγω των μολυσματικών ασθενειών στις πόλεις του δυτικού κόσμου μειώθηκαν αισθητά. Η συζήτηση για τη δημόσια υγεία στράφηκε σταδιακά σε άλλα ζητήματα, πέραν της υγιεινής της πόλης και της κατοικίας.
Οι παρακαταθήκες, ωστόσο, που άφησε το κίνημα της εξυγίανσης είναι ιδιαίτερα σημαντικές και επηρέασαν βαθιά τη σκέψη για την πόλη τον επόμενο αιώνα, όπως γίνεται φανερό από το γεγονός ότι οι κανόνες υγιεινής που θεσπίστηκαν τότε ισχύουν ακόμα και σήμερα. Όπως θα δούμε, μερικά χρόνια αργότερα, ο Le Corbusier φαίνεται να έχει πλήρως υιοθετήσει τόσο το επιστημονικό σχέδιο που πρότειναν οι υγιεινιστές, όσο και την ιατρική ορολογία.
Le Corbusier
Η ερμηνεία που δίνει ο Le Corbusier στην έννοια της υγείας θεωρείται πως καθορίστηκε από δύο συνθήκες· κατ’ αρχάς, από το αθλητικό πνεύμα της εποχής και, κατά δεύτερον, από την όψιμη σύνδεση της υγείας με την καθαρότητα και την ηθική σε ένα μεταφορικό επίπεδο. (1η συνθήκη) Η προσπάθεια αναβίωσης του αρχαίου αθλητικού πνεύματος, που έλαβε χώρα τον 19ο αιώνα και κορυφώθηκε με τη διοργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα το 1896, συνέδεσε την υγεία με τη σωματική άσκηση [15], την οποία ο Le Corbusier αντιμετωπίζει ως “ανάγκη ενός καθημερινού σώματος στην πόλη [16]”. Προσπάθησε, δηλαδή, μέσα από την αρχιτεκτονική του να βάλει τον αθλητισμό στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Όπως αναφέρει ο Τουρνικιώτης, «το γυμναστήριο του Le Corbusier είναι ανεξάρτητο […] από τις αθλητικές εγκαταστάσεις, γιατί ενυπάρχει στην ίδια τη λογική της αρχιτεκτονικής και αντανακλά έναν άλλο τρόπο ζωής»[17].
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πολυκατοικία της Μασσαλίας, όπου ο Le Corbusier τοποθετεί το χώρο άθλησης στο ψηλότερο σημείο του κτηρίου, δηλώνοντας, έτσι, τη σημασία του. Οι κάτοικοι έχουν άμεση προσβαση στο χώρο αυτόν, προυπόθεση που είχε ήδη θέσει στο έργο του Η Ακτινοβόλος Πόλη και η οποία εκφράστηκε και μέσα από τη χάρτα των Αθηνών[18].
Κοιτάζοντας, όμως καλύτερα, μπορούμε να εντοπίσουμε μία πιο βαθιά σχέση του Le Corbusier με την έννοια της υγείας.
Ξεκινώντας, λοιπόν, από το Για μια Αρχιτεκτονική, έργο στο οποίο η υγεία έχει πλέον μία μεταφορική χροιά, ενώ είναι σαφές πως διαθέτει και μία ηθική διάσταση. Κάθε αναφορά στην υγεία συνοδεύεται από κάποια μνεία στην ηθική [19].
Για να γίνει κατανοητή αυτή όψη της ηθικής, αξίζει να αναφερθεί η θέση του κοινωνιολόγου Zygmunt Bauman, ο οποίος εξηγεί πως το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της νεοτερικότητας είναι η θέληση για τάξη(2η συνθήκη). Πρόκειται για την προσπάθεια ορισμού, οργάνωσης και ταξινόμησης του κόσμου και απαλοιφής του διφορούμενου και της αμφισημίας [20]. Για τον Le Corbusier, αυτή η αναζήτηση της αλήθειας αποτελεί ύψιστη ηθική πράξη. Εξηγεί, επίσης, τη σχέση του με το τυχαίο, το οποίο, ασφαλώς, αποστρέφεται [21].
Στο πλαίσιο αυτό, ο Le Corbusier αναφέρει πως «το να κάνεις αρχιτεκτονική σημαίνει να βάζεις σε τάξη»[22], ενώ ταυτόχρονα παρομοιάζει την πόλη (το αντικείμενο που θα μπει σε τάξη) με άρρωστο οργανισμό. Υπάρχει δηλαδή μία σύνδεση της τάξης με την υγεία και στο επίπεδο του λόγου, την οποία εξηγεί η Susan Sontag στο έργο της, Η ασθένεια ως μεταφορά, όπου αναφέρει: «Η τάξη (order) αποτελεί μία από τις παλιότερες ανησυχίες της πολιτικής φιλοσοφίας· και αν είναι δυνατόν να παρομοιαστεί η πόλις με έναν οργανισμό, τότε είναι εφικτή η παρομοίωση της πολιτικής αναταραχής (civil disorder) με μια ασθένεια». Και όπως εξηγεί, η «χειρότερη» ασθένεια δεν είναι άλλη από τον καρκίνο, που συχνά χρησιμοποιείται ως μεταφορά για να περιγράψει τα στραβά της κοινωνίας.[23]
Ο Le Corbusier φαίνεται να ενσαρκώνει σε μεγάλο βαθμό αυτόν τον τρόπο σκέψης, καθώς στο έργο του συναντάται συνεχώς το εξής δίπολο:
- Τάξη/Οργάνωση = Υγεία
- Αταξία/Χάος = Ασθένεια (καρκίνος).
Το ίδιο δίπολο εντοπίζεται και όταν o Le Corbusier στρέφεται ενάντια στο ακαδημαϊκό κατεστημένο της εποχής του, το οποίο συμβολικά εντοπίζει στην Ecole des Beaux-Arts, λόγω της απομάκρυνσης των καθηγητών από το αρχιτεκτονικό γίγνεσθαι και την εμμονή της σχολής σε ιστορικούς ρυθμούς. Αναπτύσσει, λοιπόν, μία σειρά επιχειρημάτων, τα οποία συμπυκνώνει παρομοιάζοντας την ακαδημία με καρκίνο στο σώμα της αρχιτεκτονικής.
“Η σχολή [της Beaux-Arts], ένα ίδρυμα το οποίο χαίρει άκρας υγείας, όπως το γκυ ζει με χυμούς αξιοπρεπών και υψηλών δέντρων, όπως ο καρκίνος που εγκαθίσταται με άνεση γύρω από τον πυλωρό του στομάχου ή από την καρδιά. Ο καρκίνος είναι εξαιρετικά υγιής! […] Ο θάνατος είναι εξαιρετικά υγιής.”[24]
-Le Corbusier, When the Cathedrals Were White, 1947.
Εκτός από την κατοικία, την πόλη, και την κοινωνία, και η αρχιτεκτονική παρομοιάζεται με οργανισμό, ο οποίος, για να είναι υγιής, χρειάζεται να μπει σε τάξη και τα παρωχημένα στοιχεία (η ακαδημία) να απορριφθούν.
Παρατηρούμε, λοιπόν, μία βεβαιότητα στην αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας, η οποία συνδέεται τόσο με τη σωματική, όσο και με την ηθική υγεία Η στάση αυτή χαρακτηρίζει έντονα το έργο του Le Corbusier, αλλά ίσως και ολόκληρη την εποχή του [25]. Αντίστοιχη προσέγγιση έχει και ο Richard Neutra, στο έργο του οποίου πριν τον Β’ ΠΠ συναντάμε μία ερμηνεία της υγείας πολύ κοντινή σε αυτή που χρησιμοποίησε ο Le Corbusier. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το η κατοικία Lovell, γνωστή ως «το σπίτι της υγείας» όπου πρωταγωνιστικό ρόλο στο σχεδιασμό της οποίας έχουν ο ήλιος, η φυσική άσκηση και η διατροφή.
Richard Neutra
O Richard Neutra υπήρξε ένας από τους πρώτους ευρωπαίους μοντερνιστές που εγκαταστάθηκαν και εργάστηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Αφορμώμενος από τις ίδιες βάσεις με τον Le Corbusier, υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους του περιβαλλοντικού σχεδιασμού. Η μεταπολεμική συνθήκη, όμως, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αλλά και η προσωπική σχέση του με τον Ernst Ludwig Freud (υιό του Sigmund) σύντομα τον έστρεψαν στην ψυχική υγεία και την ψυχανάλυση.
Η σιγουριά και η καθαρότητα που προαναφέρθηκαν ως συστατικά της νεοτερικότητας, πολύ σύντομα θα δώσουν τη θέση τους στο αντίθετό τους, την αμφιβολία και την ασάφεια. Μετά το Β’ΠΠ στις ΗΠΑ το κυρίαρχο πρόβλημα υγείας που προκάλεσε ο πόλεμος, και ο Ψυχρός Πόλεμος ενέτεινε σημαντικά, είναι το χρόνιο στρες, τα τραύματα και οι νευρώσεις [26]. Στο πλαίσιο αυτό, η ψυχανάλυση έχει πάψει πλέον να αποτελεί ταμπού και το έδαφος είναι προετοιμασμένο για να ερευνήσει η αρχιτεκτονική τον ψυχισμό.
Ο Neutra επιχειρεί αυτή τη σύνδεση της -ψυχικής πλέον- υγείας με το χώρο, αρχικά μέσω της ψυχολογίας των αισθήσεων (κυρίως της Gestalt ψυχολογίας), και στη συνέχεια μέσω της ψυχανάλυσης. Αναπτύσσει, λοιπόν, ορισμένες τεχνικές, με σκοπό, όπως λέει, να καθοδηγήσει τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος για να πετύχει τις επιθυμητές ψυχολογικές αντιδράσεις στους πελάτες του [27]. Για παράδειγμα, τοποθετεί λείες επιφάνειες εντός της κατοικίας, οι οποίες θεωρείται πως προκαλούν λίγα οπτικά ερεθίσματα με αποτέλεσμα να ξεκουράζουν τις αισθήσεις και να εμφανίζονται πιο απομακρυσμένες προκαλώντας μία αίσθηση άπλας. Στο εξωτερικό τοποθετεί πιο αδρές επιφάνειες, οι οποίες λόγω τις πυκνότητας των οπτικών ερεθισμάτων εμφανίζονται πλησιέστερα, φέρνοντας το τοπίο πιο κοντά στο εσωτερικό. [28]
Τα πόδια της αράχνης
Άλλη τεχνική αποτελούν τα λεγόμενα πόδια της αράχνης, τα δοκάρια αυτά που προεξέχουν από τον κυρίως όγκο του κτηρίου, δίνουν την αίσθηση πως ο χώρος συνεχίζει πίσω από τον τοίχο. Με αυτόν τον τρόπο αντιπαρέρχονται την εγγύτητα που χαρακτηρίζει τον εσωτερικό χώρο, η οποία, σύμφωνα με τον Neutra, συμβολίζει την καταπίεση και την παραβίαση του προσωπικού χώρου. Τα πόδια της αράχνης υποδηλώνουν την ανεξαρτησία δομικών στοιχείων και περιβλήματος, προσφέροντας την αίσθηση της απώλειας του βάρους και αποτελούν, ουσιαστικά, έναν επαναπροσδιορισμό του pilotis, ιδωμένο από τη σκοπιά της ψυχολογίας[29]. Ακόμα, τα παράθυρα του Neutra είναι μεγάλα και σε αντίθεση με αυτά του Le Corbusier ή του Mies, ανοίγουν, επιτρέποντας στη φύση, με τις ιαματικές ιδιότητες τις οποίες της αποδίδει ο Neutra, να εισέλθει στο κτήριο.
Γενικώς, το κτήριο για τον Neutra –και εδώ εμφανώς αντλεί από τον Freud και την ψυχανάλυση– λειτουργεί σαν μέσο για την εν δυνάμει ερωτική σχέση μεταξύ του αρχιτέκτονα (αναλυτή) και του πελάτη (ασθενή), καθιστώντας την εφικτή και ταυτόχρονα αποτρέποντάς την [30]. Ο ρόλος της αρχιτεκτονικής είναι μεν να εκπληρώνει ανάγκες, αυτές όμως δεν είναι οι βασικές ανάγκες του μοντερνισμού, αλλά υποσυνείδητες ψυχικές επιθυμίες [31]. Κυρίαρχη λειτουργία της αρχιτεκτονικής δεν είναι πια η παροχή καταλύματος· αντί αυτού, ο Neutra της αναθέτει μία ψυχοθεραπευτική λειτουργία, τόσο για τον πελάτη, όσο και για τον αρχιτέκτονα. Θα φτάσει, μάλιστα, να περιγράψει τον αρχιτέκτονα ως ψυχαναλυτή ολόκληρης της κοινωνίας.
Εκτός από το κτήριο, κομμάτι της ψυχαναλυτικής θεραπείας θεωρείται και ο ίδιος ο σχεδιασμός. Έτσι, η μέθοδος που ακολούθησε ο Neutra περιλάμβανε λεπτομερή ημερολόγια και εκτενή ερωτηματολόγια σχετικά με τις προτιμήσεις, τις συνήθειες, ακόμα και συμβάντα της παιδικής ηλικίας των πελατών του. Ο Neutra, εξέταζε αυτά τα στοιχεία και, στη συνέχεια, παρουσίαζε στους πελάτες του μια διάγνωση της προσωπικότητάς τους, καθώς και τις ιδέες του για το είδος σπιτιού που θα χρειαστούν. Συχνά ανέπτυσσε μία ιδιαίτερη σχέση μαζί τους και υποστήριζε πως όλοι οι πελάτες του είναι ερωτευμένοι μαζί του [32]. Η κατοικία παρουσιαζόταν ως το απαύγασμα του πλατωνικού αυτού έρωτα.
Παρενθετικά, αξίζει να σημειωθεί εδώ, πως μία από τις σημαντικότερες κριτικές που έχουν ασκηθεί στον Neutra είναι πως είναι ιδιαίτερα επιφανειακός, ενώ επιλέγει μόνο τα στοιχεία που τον βολεύουν από κάθε θεωρία. Για παράδειγμα, η παραπάνω δήλωση πως όλοι οι πελάτες του είναι ερωτευμένοι μαζί του, φαίνεται αρχικά να συμφωνεί με τον Freud, ο οποίος περιγράφει πως, κατά τη διάρκεια της ψυχανάλυσης, ο ασθενής προβάλλει καταπιεσμένα συναισθήματα στον αναλυτή. Ο Neutra αγνοεί, ωστόσο, πως τα συναισθήματα αυτά μπορεί να είναι είτε ερωτικά, είτε συναισθήματα μίσους και αποστροφής [33].
Χαρακτηριστικό παράδειγμα “ερωτευμένης” πελάτισσας αποτελεί η Constance Perkins της οποίας η κατοικία κατασκευάζεται στην Pasadena της California (1955). Οι δυο τους ανέπτυξαν μία σχέση μεγάλης εγγύτητας, όπου εκείνη ζητούσε μία θεραπευτική κατοικία και εκείνος, φιλοδοξούσε να γίνει ο γιατρός, ο αναλυτής και ο έμπιστος της. Ήθελε, δηλαδή, να σχεδιάσει μία κατοικία που θα εκφράζει τα όνειρα και των δύο, ενώ θα λειτουργεί σαν μηχανή αυτό-ψυχανάλυσης. Φαίνεται μάλιστα να το πέτυχε, καθώς η Perkins έμεινε πολύ ευχαριστημένη, ενώ αυτός συνέχισε να επισκέπτεται την κατοικία για πολλά χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της, “όποτε ένιωθε πεσμένος”[34].
Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Neutra, πραγματοποιώντας μία ‘αρχιτεκτονική της ενσυναίσθησης’ [35] (όπως του άρεσε να λέει) αντικατέστησε το διδακτικό σκελετό του μοντέρνου, που χρησιμοποιεί, για παράδειγμα, στο Lovell House, με μία σειρά από επιφάνειες, οι οποίες ενορχηστρώνουν μία αισθητική εμπειρία. Η κατοικία Perkins αντικατέστησε τη μοντέρνα έννοια του αφηρημένου χώρου με την γεμάτη συναισθήματα ατμόσφαιρα· εν προκειμένω, με μία ρομαντική ατμόσφαιρα.
Στο πλαίσιο αυτό, η υγεία είναι πια μία εξατομικευμένη, άρα και υποκειμενική υπόθεση. Αντί για τα δίπολα που συναντάμε στον Le Corbusier, όπως υγεία-ασθένεια, τάξη-χάος, καθαρότητα-μιαρότητα, έχουμε μία κλίμακα της υγείας, οι βαθμίδες της οποίας δεν είναι καθόλου ξεκάθαρες.
Συμπεράσματα
Κατ’ αρχάς είναι φανερό πως η έννοια της υγείας αποτελεί ένα πολιτισμικό προϊόν και ως τέτοιο, το περιεχόμενό της καθορίζεται από το ιστορικό πλαίσιο και τις αντιλήψεις της εποχής, τις οποίες με τη σειρά της επηρεάζει, σε μία σχέση αμφίδρομη. Η ερμηνεία της, επομένως, κάθε άλλο παρά στατική θα μπορούσε να είναι, τόσο στην πάροδο του χρόνο, όσο και στην μεταβολή του πολιτισμικού και τεχνολογικού πλαισίου στο οποίο εξετάζεται.
Ιδιαίτερα διαφωτιστική στην ανάλυση της πορείας που περιγράφηκε είναι η διαδικασία της ιατρικοποίησης, δηλαδή η διαδικασία κατά την οποία μη ιατρικά προβλήματα ορίζονται και αντιμετωπίζονται ως τέτοια. Παραδείγματα προβλημάτων που πριν μερικά χρόνια δεν θεωρούνταν ιατρικά αποτελούν η παχυσαρκία, ο αλκοολισμός, η ελλειμματική προσοχή και η διαταραχή ύπνου. Σήμερα όλα τα παραπάνω εμπίπτουν στη σφαίρα της ιατρικής, ενώ η αρχιτεκτονική προσπαθεί να τα λαμβάνει υπόψιν της. Στα παραδείγματα που αναλύθηκαν, φαίνεται πως η διαδικασία της ιατρικοποίησης συνυφαίνεται με την πορεία της αρχιτεκτονικής: διάφορες υποθέσεις μετατρέπονται αρχικά σε ιατρικές και στη συνέχεια υπεισέρχονται στην αρχιτεκτονική και αποκτούν κεντρική θέση στη συζήτηση για το κτισμένο περιβάλλον.
Έτσι, από την αντίδραση σε αυτό που θεωρήθηκε εισβολή των ιατρών στην κατασκευή, τον 19ο αιώνα, περνάμε στον Le Corbusier, ο οποίος φαίνεται να έχει αποδεχτεί πλήρως την ιατρική οπτική και ορολογία. Τέλος, ο Neutra αναζητά ο ίδιος τις τελευταίες εξελίξεις στην ιατρική, τις ψυχαναλυτικές θεωρίες για να στηρίξει το έργο του.
Κλειδί για τη διαδικασία της ιατρικοποίησης είναι ο ορισμός. Και παρακολουθήσαμε μία αλλαγή στους ορισμούς, η οποία έχει όμως πολύ σημαντικό αντίκτυπο και μέσω αυτής πραγματοποιείται μία επέκταση της ιατρικής εξουσίας και πρακτικής στο πεδίο της αρχιτεκτονικής –και όχι μόνο.
Στην πορεία που μελετήθηκε, λοιπόν, παρακολουθήσαμε πως η ιατρική, εισβάλει στην αρχιτεκτονική από το αποχετευτικό σύστημα και, με όχημα το κτήριο ξαπλώνει στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή ολόκληρη την κοινωνία.
[1]World Health Organization (1948) Constitution of WHO: Principles. [online] Διαθέσιμο στο http://www.who.int/about/mission/en/ (τελευταία πρόσβαση στις 16 Οκτωβρίου 2018). “Health is a state of complete physical, mental, and social well-being and not merely the absence of disease or infirmity.”
[2]βλ. Walvin, J. (1987) Victorian Values. London: Cardinal, σ. 34. «η αντίληψη πως η φτώχεια και η αρρώστια ήταν συνέπειες προσωπικής αποτυχίας, σήμαινε πως σχεδόν τίποτα δεν μπορούσε γίνει για αυτές. Ο εντοπισμός των αιτιών τους στο περιβάλλον (σε μεγάλο βαθμό, αν όχι ολοκληρωτικά) σήμαινε πως οι συνθήκες αυτές μπορούσαν να βελτιωθούν, μεταβάλλοντας αυτό το περιβάλλον».
[3]Johnson, S. (2006) The Ghost Map: The Story of London’s Most Terrifying Epidemic –and How it Changed Science, Cities and the Modern World. New York: Riverhead Books, σ. 30.
[4]πχ. το Βικτωριανό Κίνημα για την Υγεία, βλ. Walvin, J. (1987) Victorian Values. London: Cardinal και Rosen, G. (1973) ‘Disease, Debility, and Death’, στο The Victorian City: Images and Realities, vol. 2, (eds.) H.J. Dyos and Michael Wolff. London: Routledge & Kegan Paul.
[5]Tomes, N. (1990). ‘The Private Side of Public Health: Sanitary Science, Domestic Hygiene, and the Germ Theory, 1870–1900’. Στο Bulletin of The History of Medicine. Vol. 64 no. 4, σ. 510. Η Adams αναφέρει: «Πολλοί ιστορικοί έχουν εντοπίσει την τάση για αυτό-βελτίωση ως μια από τις σημαντικότερες κινητήριες δυνάμεις για τη μεσαία τάξη στα μέσα του 19ου αιώνα.» Βλ. Briggs, Α. (1972) ‘Samuel Smiles and the Gospel of Work’, στο Victorian People: A Reassessment of Persons and Themes 1851–67. Chicago: University of Chicago Press, σ. 116–139. Για την έννοια της αυτό-βοήθειας στην μεταρρύθμιση της υγείας βλ. Markell, M., R., 1977 ) ‘Nineteenth Century Health Reform and Women: A Program of Self-Help’, στο Medicine Without Doctors: Home Health Care in American History, eds. Risse, G., B., Numbers, L., R. και Walzer, L., J. New York: Science History Publications, σ. 73–93.
[6]Η ύπαρξη μικροοργανισμών είχε ανακαλυφθεί μόλις το 1665 από τους Robert Hooke και Antoni Van Leeuwenhoek, ενώ το ότι οι μικροοργανισμοί μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες αποδεικνύεται το 1874 από τον Robert Koch. Το βακτήριο Vibrio cholerae εντοπίστηκε από τον ίδιο το 1883 ως αιτία της χολέρας. Αν και είχε απομονωθεί ήδη από το 1854 από τον Filippo Pacini, η φύση του βακτηρίου ήταν άγνωστη, όπως και η έρευνα του Koch.
[7]οι κυρίαρχες θεωρίες ήταν δύο: η πρώτη υποστήριζε πως οι ασθένειες μεταδίδονται άμεσα με τηνανθρώπινη επαφήκαι έδινε έμφαση στο συνωστισμό, ενώ η δεύτερη πίστευε πως οι ασθένειες μεταφέρονται από τα μιάσματα, δηλαδή το μολυσμένο αέρα, και έδινε έμφαση στον ηλιασμό και αερισμό της κατοικίας. Adams, A. (1996) Architecture in the Family Way: Doctors, Houses, and Women, 1870-1900. Quebec: McGill-Queen’s University Press.
[8]Ό.π. “Domestic Sanitarians”. Από εδώ και στο εξής, ως υγιεινιστές αναφέρονται οι εκπρόσωποι του κινήματος της εξυγίανσης. Στην αγγλική βιβλιογραφία είναι γνωστοί κατά κύριο λόγο ως sanitarians. Το κίνημα περιλάμβανε κυρίως ιατρούς, υδραυλικούς, αρχιτέκτονες, μηχανικούς, συγγραφείς και κάποιες από τις πρώτες φωνές του φεμινιστικού κινήματος στηνΕυρώπη και την Αμερική.
[9]Φράση του Leopold Brandeis, όπως αναφέρεται από τη Nancy Thomes, στο Tomes, N. (1990). ‘The Private Side of Public Health: Sanitary Science, Domestic Hygiene, and the Germ Theory, 1870–1900’. Στο Bulletin of The History of Medicine. Vol. 64 no. 4, σ. 509.
[10]Adams, (1991) ‘Corpus Sanum in Domo Sano’. [online] Διαθέσιμο στο: https://www.cca.qc.ca/en/issues/23/take-care/40168/corpus-sanum-in-domo-sano (τελευταία πρόσβαση 17 Ιουλίου 2018)
[11]Ο.π.
[12]βλ. Wood-Allen, M. (1899) The Marvels of Our Bodily Dwelling. New York: Wood-Allen Publishing, σ. 15.
[13]βλ. Plunkett, M. H. (1885), Women, Plumbers and Doctors or, Household Sanitation. New York: Appleton.
[14]οι επισκέπτες της έκθεσης ξεπέρασαν τα τέσσερα εκατομμύρια. Adams, A. Ο.π.
[15]Τουρνικιωτης, Π. (2006) ‘Ο Επαναπροσδιορισμός του Σώματος: ο Αθλητισμός στη Μοντέρνα Αρχιτεκτονική’, στο Τουρνικιώτης, Π. (ed.). Co.Mo.Mo., vol. 2, 12. «το ενδιαφέρον για το γυμνασμένο σώμα και για τον αθλητισμό αποτελεί τη συνισταμένη μιας μεγάλης ευρωπαϊκής προσπάθειας του 19ου αιώνα για την αναβίωση της αρχαίας ελληνικής αντίληψης του αθλητισμού και ενός ευρύτερου επαναπροσδιορισμού του σώματος και της κοινωνικής δραστηριότητας του στη σύγχρονη εποχή.»
[16]Ο.π.
[17]Ο.π.
[18]Ό.π. σ. 15.
[19]Le Corbusier. (2004). Για Μια Αρχιτεκτονική. Μετάφραση από τα Γαλλικά: Π. Τουρνικιώτης. Αθήνα: Εκδόσεις Εκκρεμές, σ. XXIX.
[20]Βλ. Bauman, Z. (1991). Modernity and Ambivalence. Cambridge: Polity Press, σ.
[21]Ο Jeremy Till παρουσιάζει μία εμπεριστατωμένη κριτική, εξηγώντας πως ο Le Corbusier –και όχι μόνο– συγχέει την οπτική τάξη και οργάνωση, με την κοινωνική τάξη και οργάνωση στο Till, J. Ό.π. Κεφάλαιο 10: Imperfect Ethics.
[22]Till, J. Ό.π. σ. 30.
[23]Ο.π.
[24]Le Corbusier. (1947). When The Cathedrals Were White. Translated from French by F. Hyslop, Jr. New York: McGraw-Hill Publishing Company, σ. 116.
[25]Bauman, Z. Ο.π. σ. 9.
[26]Η εποχή αυτή έχει, ενδεικτικά, χαρακτηριστεί από ιστορικούς ως «η εποχή του άγχους». βλ. Isenstadt, S. (2001) ‘Richard Neutra and the Psychology of American Consumption’, στο Goldhagen, S. and Legault, R. (ed.). Anxious Modernisms: Architectural Culture, 1945-1968. Montreal: Canadian Centre for Architecture & The MIT Press, σ. 100.
[27]Isenstadt, S. Ο.π. σ. 100.
[28]O Neutra βασίστηκε πολύ στη φυσιολογική ψυχολία όπως παρουσιάζεται στο έργο του Wilhelm Wundt, του J. Gibson, και άλλων.
[29]Lavin, S. (2004). Form Follows Libido: Architecture and Richard Neutra in Psychoanalytic Culture. Massachusetts: MIT Press. σ. 38.
[30]βλ. υποημείωση 32.
[31]Lavin, S. Ό.π. σ. 49.
[32]Ο.π. σ.50.
[33]βλ. Μεταβίβαση (transference). Όρος που εισάχθηκε από τον Freud: Ασυνείδητη τάση ενός ατόμου να μεταφέρει στους άλλους του παρόντος και άμεσου περιβάλλοντος εκείνα τα συναισθήματα και τις στάσεις που αρχικά συνδέθηκαν με σημαντικές μορφές της πρώιμης ζωής του (γονείς, αδέλφια, κ.λπ.). […] Η ανάλυση των μεταβιβαστικών φαινομένων χρησιμοποιείται σήμερα ως σημαντικό θεραπευτικό εργαλείο τόσο στην ατομική όσο και στην ομαδική ψυχοθεραπεία. Μάνος, Ν. (2007) Ερμηνευτικό Λεξικό Ψυχιατρικών όρων: Αγγλοελληνικό – Ελληνιαγγλικό. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
[34]Lavin, S. Ο.π. σ. 43.
[35]Isenstadt, S. Ο.π., σ. 112.
Μπορείτε να διαβάσετε όλη την εργασία εδώ:
Στοιχεία εργασίας
Τίτλος εργασίας Από το Αποχετευτικό Σύστημα στο Ψυχαναλυτικό Ντιβάνι: Ερμηνείες της Υγείας στην Αρχιτεκτονική
Φοιτητής Παναγιώτης Πετρόπουλος
Επιβλέπουσα Καθηγήτρια Αγάπη Πρώιμου
Σχολή Αρχιτεκτονική Σχολή Πανεπιστήμιο Πατρών
Ημερομηνία παρουσίασης Νοέμβριος 2018
READ ALSO: Free Architecture Books you can read online by National Emergency Library