Οι αρχιτέκτονες ενός Εξοχικού κήπου με δωμάτιο στην Κέα, Αλέξανδρος Φωτάκης και Nicoletta Caputo, κέρδισαν το ένα από τα δύο ισότιμα βραβεία Αρχιτεκτονικής στο διαγωνισμό που διοργάνωσε το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής (ΕΙΑ) για το έτος 2022.
Σε μια εποχή που η συζήτηση για το ελληνικό καλοκαίρι, για τη διαχείριση της ραγδαίας τουριστικής ανάπτυξης, για τη βιωσιμότητα των ελληνικών νησιών και για τον ρόλο της αρχιτεκτονικής κοινότητας σε αυτό το πολύπλοκο και πολυπαραγοντικό σύστημα, επικρατεί στο προσκήνιο, η βράβευση ενός εξοχικού κήπου με δωμάτιο – και όχι ενός εξοχικού δωμάτιου με κήπο – με το πλέον επιφανές ελληνικό Βραβείο Αρχιτεκτονικής ήρθε ως υπόσχεση ελπίδας και ανακούφιση.
-γράφει η Μελίνα Αρβανίτη-Πολλάτου
Ένας αμφιθεατρικός κήπος σε μια από τις κεντρικές κοιλάδες της Τζιάς, στα όρια ενός αραιού δάσους βελανιδιάς, σχεδιάζεται, ήπια, ως τόπος καλοκαιρινής κατοίκησης, κάτω από τον ουρανό και ανάμεσα απ’ τις ξερολιθιές. Χωρίς πισίνα. Χωρίς κραυγαλέες νέες παρεμβάσεις. Μόνο με τις απαραίτητες επισκευές, συνεχίζοντας την αιωνόβια παραδοσιακή πρακτική οργάνωσης του κυκλαδίτικου τοπίου. Κάποιο ενδημικό οπωροφόρο δέντρο φυτεύεται εδώ και εκεί, μαζί με ένα σκαλί – κάθισμα για να απολαμβάνει ο διαβάτης τον ίσκιο του. Δύο καρέκλες γύρω από ένα τραπέζι τοποθετούνται σε μια απλωσιά φιλοξενώντας τις τελετουργίες του φαγητού και της συνύπαρξης. Στα μονοπάτια που χάραξαν στη πάροδο του χρόνου τα ζώα και τα ρυάκια της βροχής οργανώνεται η κίνηση.
Στο κιτρινοπράσινο τοπίο, το πέτρινο κτίσμα ξαπλώνει, γέννημα θρέμμα του τόπου. Εκεί που σταματούν οι θάμνοι και τα φρύγανα αρχίζει το κελί. Στα ίχνη του «σταυλιού», τώρα, το δωμάτιο στέκει. Με μνήμες από χνώτα ποτισμένο. Τοίχοι λευκοί, τραχείς, ανάγλυφοι. Ταβάνι, γκρίζο και γυμνό, από εμφανές μπετό. Δάπεδο, γκρίζο και αυτό, στρωμένο με πέτρινες πλάκες. Υλικά γήινα και αφτιασίδωτα, φυσική ομορφιά. Στο χώρο δεσπόζει, υπερυψωμένο, το ξύλινο κρεβάτι. Τόπος ονείρων και έρωτα. Στο προσκεφάλι, μια μικρή, σχεδόν τετράγωνη, οπή φέρνει το φως της μέρας, τις μυρωδιές της νύχτας και τον φρέσκο αέρα του Αιγαίου ως το κοιμώμενο κορμί που τα υποδέχεται με ανακούφιση. Ένας νιπτήρας από μάρμαρο καλημερίζει το ηλιοκαμένο πρόσωπο, τ’ αλατισμένα χέρια. Στο χείλος του νιπτήρα, του τραπεζιού και του καθίσματος, τρία τετράγωνα παράθυρα, με ξύλινο πλαίσιο, καδράρουν, δωρικά, την έξω φύση. Στα κλαδιά των δέντρων μεστώνουν οι καρποί, κουρνιάζουν τα πουλιά. Απλώνονται ολοένα προς το σπίτι. Τρυπώνουν στις σχισμές που αφήνουν οι πέτρες. Πιέζουν τα τζάμια απαλά. Το παίρνουν αγκαλιά.
Στην όψη, οι πέτρες, στοιβαγμένες έντεχνα, μαρτυρούν παρουσία και μόχθο, φέρουν ίχνη από δάχτυλα που σμιλεύουν, λαξεύουν, τοποθετούν με ακρίβεια, υπομονετικά. Συνέργια αρχιτέκτονα και μάστορα, συνύπαρξη του ξένου με το ντόπιο, συγκερασμός πρώτων υλών και γνώσεων.
Μελίνα Αρβανίτη-Πολλάτου: Τον Αύγουστο του 2022, δημοσιεύθηκε στο parallaximag.gr το άρθρο «Φαΐ, Νερό, Βότανα, Αέρας, Γη και Χωράφι, Ζώα και μέσα σε αυτά κανονικοί άνθρωποι _ Μικρές σκέψεις για τη μετάλλαξη του ελληνικού τοπίου», από την αρχιτέκτονα και ακαδημαϊκό Ίριδα Λυκουριώτη, ανοίγοντας μια συζήτηση για τον από-τουρισμό των ελληνικών νησιών. Ο «Εξοχικός κήπος με δωμάτιο στην Κέα» μοιάζει να ενστερνίζεται, σε εννοιολογικό, σχεδιαστικό και κατασκευαστικό επίπεδο, τις «αρχές» της αποτουριστικοποίησης προσέγγισης. Συμφωνείτε με αυτό; Δώστε μας την άποψή σας πάνω στο θέμα.
Αλέξανδρος Φωτάκης: Η Ελλάδα με τα νησιά της, τις βαθιές κοιλάδες και τις της μικρές πεδιάδες αποτελείται από ένα συνεχές, σχετικά μικρών «τόπων», διακριτών γεωγραφικά και πολιτισμικά, που εύκολα δείχνουν τα όρια των αντοχών τους σε κάθε είδους πίεση. Αυτό είναι που δίνει από μόνο του ένα μέτρο και πρέπει να μάθουμε να το λαμβάνουμε υπόψιν μας, πέρα από ότι μας επιτρέπει η νομοθεσία να κάνουμε.
Ίσως πρέπει να αποφασίσουμε πού βρίσκονται τα όρια κάθε τόπου και να δεχτούμε πως δεν είναι τα πάντα “προς αξιοποίηση”, κοιτώντας λίγο πιο μακριά. Τι αποθέματα μας μένουν και πώς δεν διαταράσσουμε ή ακόμα καλύτερα πώς ενδυναμώνουμε με την δραστηριότητα μας τον τοπικό πολιτισμό.
Ειδικά όσον αφορά τον τουρισμό, λόγω της εφήμερης φύσης του, των βαριών υποδομών που απαιτεί και της ικανότητας του να αντικαθιστά τα υπάρχοντα παραγωγικά μοντέλα από όπου περάσει, ο κίνδυνος είναι ευνόητος. Και ναι, σε αυτό το επίπεδο, συμφωνώ απόλυτα με την Ίριδα Λυκουριώτη και το πολύ εύστοχο κείμενο της.
Για να ζήσουμε ένα τόπο χρειαζόμαστε να τον πλησιάσουμε, να τον καταλάβουμε και αυτό δεν απαιτεί πολλά σε υλικό επίπεδο.
Από τη μεριά μας, η εμπειρία μας στην Τζια, μας επιβεβαίωσε την αναγκαιότητα ανάγνωσης κάθε τόπου πριν από κάθε παρέμβαση. Μίας ανάγνωσης σε τελείως διαφορετικές κλίμακες και πλαίσια, που επιτρέπουν την δόμηση μιας ξεκάθαρης εικόνας του τόπου και των εργαλείων που μας παρέχει ως αρχιτέκτονες. Στην δική μας περίπτωση η ανάγνωση αυτή είναι που μας οδήγησε και στην αντιστροφή των όρων και μετέτρεψε το κτήμα σε κήπο και τον κήπο σ’ εξοχικό. Το δωμάτιο έμεινε μόνο ένα και έγινε από πέτρα, αξιοποιώντας την τοπική γνώση και υλικά και προσπαθήσαμε να γίνει μέρος του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος στο οποίο και βρίσκεται.
Όλο αυτό βέβαια συνέβη χωρίς να κρύβουμε την τάση μας να μην παραμείνουμε μόνο στο παραδοσιακό αλλά να εξελίξουμε ένα λεξιλόγιο, που να επανερμηνεύει το τοπικό εμπλουτίζοντας το με σύγχρονα στοιχεία.
ΜΑΠ: Η συζήτηση περί από-τουρισμού των ελληνικών νησιών εγγράφεται στο ρεύμα της από-ανάπτυξης (degrowth), που ξεκίνησε τη δεκαετία του ’70 ως ριζοσπαστική οικονομική θεωρία, και επικεντρώνεται στην παραγωγή νέων μορφών ευημερίας που δεν βασίζονται στη λογική της ανάπτυξης. Ποιος ο ρόλος της αρχιτεκτονικής κοινότητας στο πλαίσιο της από-ανάπτυξης;
ΑΦ: Δεν έχω ξεκάθαρη εικόνα του ρεύματος της απo-ανάπτυξης, αλλά κατανοώ την ανάγκη που έχουν οι κοινωνίες προκειμένου να ξεκινήσει μία γόνιμη αναθεώρηση της σχέσης τους με έναν καθαρά οικονομικό όρο, αυτόν της ανάπτυξης. Ενός αριθμητικού δείκτη που με την απόλυτη κυριαρχία του στον τρόπο που οργανώνουμε τις ζωές μας, έχει περιορίσει τις σχέσεις μας (οικονομικές, πολιτικές, πολιτισμικές και με την φύση) σε μία συνεχή ποσοτικοποίηση, που επιτρέπει στα πάντα να έχουν μία τιμή. Και είναι αυτή η επιθυμία για ανάπτυξη που έχει γίνει πλέον συστημική, σχεδόν ηγεμονική, υποχρεώνοντας εμάς και τις κοινωνίες μας σε ένα καθεστώς διαρκούς «επιτάχυνσης», όπως πολύ καλά το περιγράφει ο Γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Hartmut Rosa (Hartmut Rosa, Resonance: A Sociology of Our Relationship to the World, Polity, 2019).
Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να συμφωνήσουμε από ποια συστατικά αποτελείται η αδιαπραγμάτευτη βάση των θεμέλιων των κοινωνιών μας και να επαναπροσδιορίσουμε την σχέση μας μαζί τους.
Και αυτό είναι ένα ερώτημα συστημικό, που πρέπει να απαντηθεί σ’ ένα άλλο επίπεδο, σίγουρα εντάσσοντας στη διερεύνησή μας και τον ρόλο του τουρισμού στα ελληνικά νησιά, αλλά όχι μόνο.
Τώρα, ως αρχιτέκτονες αισθανόμαστε την υποχρέωση να προχωρήσουμε, πέρα από το σχεδιασμό μεμονωμένων αρχιτεκτονικών αντικειμένων, στη δημιουργία περιβάλλοντων. Σε αυτή τη συνθήκη, κατά τη γνώμη μου το ερώτημα είναι πώς θα μπορούσε η αρχιτεκτονική να παράξει τέτοια περιβάλλοντα με κάποια συνειδητότητα. Με κατανόηση των πόρων που χρησιμοποιούν, του πραγματικού μεγέθους της παρέμβασης τους και των τόπων που συνδιαμορφώνουν με την άφιξη τους. Περιβάλλοντα που να βγάζουν νόημα, σε συνέχεια και συντονισμό με τα πλαίσια στα οποία εντάσσονται.
Προτείνοντας πολλές φορές νέα μοντέλα διαβίωσης με επίγνωση των ορίων του κάθε τόπου, όχι απλώς αυτόνομα κτήρια που να απαντάνε σε μια πρόσκαιρη χρήση και μια τάση για μία συγκεκριμένη εικόνα.
ΜΑΠ: Κομμάτι της κατασκευαστικής διαδικασίας ήταν η χρήση spolia (= αρχαία διαδεδομένη πρακτική που αφορά την επαναχρησιμοποίηση πέτρας από μια δομή – κτίσμα ή γλυπτό – στη κατασκευή μιας άλλης, καινούργιας δομής). Σε ποια σημεία του έργου συναντάμε αυτή την τεχνική και, πέρα από τη λογική της ανακύκλωσης, για ποιους άλλους λόγους την επιλέξατε; Τι προσφέρει στο έργο σε εννοιολογικό επίπεδο;
ΑΦ: Για να είμαι ειλικρινής, όπως και σ’ ένα μεγάλο κομμάτι της προσέγγισης που ακολουθήσαμε κατά την διάρκεια της κατασκευής, δεν ήταν κάτι που το είχαμε υπόψιν μας από πριν.
Εξελίχθηκε επί τόπου, αντιλαμβανόμενοι τα όρια που μας έθετε το μέρος και τις ποιότητες του που δεν ήμασταν διατεθειμένοι να χάσουμε ή να διαπραγματευτούμε.
Πολύ απλά για να θέσω ένα παράδειγμα: Αν γινόταν χρήση μεγάλων οχημάτων για την κατασκευή του δωματίου, ο κήπος θα έχανε μερικές από τις εγγενείς του αξίες. Αυτό έβαλε στο τραπέζι, εξ αρχής, πολύ συγκεκριμένες κατασκευαστικές πρακτικές. Η επαναχρησιμοποίηση υλικών ήταν μία από αυτές και στην κατασκευή με πέτρα είναι μία από τις βασικές συνθήκες, μειώνοντας έτσι όσο γίνεται το τελικό αποτύπωμα της κατασκευής.
Πολύ γρήγορα μάθαμε να αντιλαμβανόμαστε τα πάντα γύρω μας ως δυνητικά υλικά. Την κάθε πέτρα, που η σωστή της γεωμετρία, το χρώμα της ή η υφή της την έκανε ιδιαίτερη.
Γίναμε πρακτικοί, προσπαθώντας να μην χάσουμε την ανάγκη για συνοχή ανάμεσα στα κομμάτια που σιγά σιγά μπαίναν το ένα δίπλα στο άλλο, αλλά και την συνέπεια του αρχιτεκτονικού έργου όχι μόνο ως διαδικασία αλλά και ως όλον. Ήδη από την στιγμή που οι πετράδες άρχισαν να αποσυναρμολογούν σε πολλά σημεία τους υπάρχοντες τοίχους και να οργανώνουν τις πέτρες ανάλογα με την ικανότητα επαναχρησιμοποίησης τους καταλάβαμε πως τελικά το εγχείρημα να χτίσουμε με πέτρα θα ήταν μια αρκετά σύνθετη διαδικασία σε επίπεδο σύνθεσης και συνδυασμού υφών.
Οι νέες πλέον κατασκευές θα χτιστούν αλλού αποκλειστικά από νέα πέτρα λατομείου, αλλού μόνο από την πέτρα των προϋπάρχοντων κατασκευών ενώ σε μερικά σημεία η τοιχοποιία είναι αποτέλεσμα ενός προσεκτικού (και άκρως συναρπαστικού) πλεξίματος του παλιού με το νέο.
Έτσι για εμάς έγινε βασικό συνθετικό εργαλείο που μας επέτρεψε να δουλέψουμε ταυτόχρονα από την κλίμακα της κάθε πέτρας έως την κλίμακα του τοπίου προσπαθώντας συνεχώς να συνδέσουμε και να κάνουμε το δωμάτιο αναπόσπαστο μέρος του.
ΜΑΠ: Στη περιγραφή του έργου διαβάζουμε πως το τελικό αποτέλεσμα αποτελεί «προϊόν επιτόπιας συνεργατικής σύλληψης» που πραγματοποιήθηκε, εντός χρονικού διαστήματος 6 ετών, με την κατάρτιση ειδικής χάρτας που οργανώθηκε ως «μια σειρά από απλούς σχεδιαστικούς κανόνες» για την επίτευξη «της κοινής νοημοσύνης αρχιτέκτονα και μάστορα». Θα λέγατε ότι στην Κέα σχεδιάσατε έναν μηχανισμό συλλογικής, συνεργατικής παραγωγής του αρχιτεκτονικού έργου που μπορεί να εφαρμοστεί και αλλού με τις απαραίτητες τροποποιήσεις που επιβάλλει το κάθε τοπίο και ο κάθε τόπος;
ΑΦ: Θέλω να πιστεύω πως ναι. Πρέπει σίγουρα να υπάρχει πολύ και καλή θέληση από όλες τις μεριές. Η αλήθεια είναι πως στο συγκριμένο έργο, πολύ συγκεκριμένες συνθήκες έθεσαν ένα ιδανικό πλαίσιο όσο αναφορά την εξέλιξη του. Πρώτα, είχαμε ελευθερία όσον αναφορά τον χρόνο αποπεράτωσης του και σχετικά νωρίς αποφασίστηκε η συνεχής παρουσία μας σε κάθε φάση της κατασκευής. Ακόμα, καθώς ήταν το πρώτο μας προσωπικό έργο στο οποίο επιλέξαμε να δουλέψουμε με ένα νέο υλικό για εμάς, την πέτρα, έκανε τις σχέσεις μας με τους μάστορες πιο άμεσες. Η συνεργασία μας μαζί τους άλλαζε συχνά δυναμική. Συχνά ήμασταν εμείς που έπρεπε να τους ακούσουμε και να καταλάβουμε τί είχαν να μας προτείνουν, ακόμα και αν αυτό σήμαινε αλλαγές στον αρχικό σχεδιασμό. Μετά όμως, έπρεπε να ανακτήσουμε τον ρόλο του αρχιτέκτονα και να κρατήσουμε μια συνοχή στο όλο εγχείρημα.
Αυτή η συνεχής εναλλαγή ρόλων έχτισε μια αμοιβαία εμπιστοσύνη ανάμεσα στα διάφορα μέρη και στο τέλος το έργο ανήκε λίγο πολύ σε όσους μετείχαν στην πραγματοποίηση του.
Ειδικά όσον αναφορά τις λεπτομέρειες, θέσαμε ως βάση εξ’ αρχής την θέλησή μας να καταλάβουμε πρώτα την λογική πίσω από τους ντόπιους αυτοματισμούς, όπως τους ενστερνιζόταν ο κάθε μάστορας και μετά να προχωρήσουμε στην περαιτέρω εξέλιξή τους. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό έγινε βοηθώντας εμείς οι ίδιοι, κατανοώντας έτσι από μόνοι μας την φυσική υπόσταση και τα όρια της κάθε εργασίας. Σε αυτή την φάση είναι που δημιουργήθηκαν και οι πιο ουσιώδεις σχέσεις με κάθε μάστορα.
Τέλος, αυτό που ονομάζουμε χάρτα, είναι μια σειρά κανόνων που συντάξαμε εξελικτικά καθ’ όλη την διάρκεια του έργου. Από την μία προκειμένου να διατηρήσουμε ως αρχιτέκτονες μια συνέχεια στην λήψη αποφάσεων και από την άλλη για να κρατήσουμε ένα ίχνος του τί μάθαμε και τί κρατάμε από αυτή τη συνεργασία. Μερικοί κανόνες πήραν την θέση τους από την αρχή ενώ άλλοι συνέχιζαν να εξελίσσονται ως το τέλος.
ΜΑΠ: Ορμώμενος από την Αθήνα, κάνατε σπουδές μηχανικής στο Ηνωμένο Βασίλειο (University of Manchester & Imperial College London) και σπουδές αρχιτεκτονικής στην Ισπανία και την Ελβετία (ETSA Madrid & EPF Lausanne). Πως πιστεύετε πως έχει διαμορφώσει τον τρόπο που σκέφτεστε και παράγετε αρχιτεκτονική ο συνδυασμός των σπουδών σας και των διαφορετικών κουλτουρών με τις οποίες έχετε αλληλεπιδράσει;
ΑΦ: Σε κάθε μέρος που πλησιάζουμε και ακόμα περισσότερο σε κάθε μέρος που ζούμε αφήνουμε πίσω πράγματα που πιστεύαμε ως σταθερά και λαμβάνουμε νέα που πολλές φορές μας ακολουθούν για πολύ περισσότερο καιρό από όσο θα περιμέναμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους που γνωρίζουμε, τα βιβλία που διαβάζουμε, τις νέες συνθήκες που μας συναρπάζουν διαμορφώνοντας τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας. Σίγουρα ο συνδυασμός των σπουδών και των διαφορετικών πολιτισμών με τους οποίους έχω συνυπάρξει έχουν διαμορφώσει τον τρόπο που βιώνω την αρχιτεκτονική αλλά νομίζω πως θα ήταν δύσκολο να απαντήσω στο πώς. Αυτό που μπορώ να πω, είναι πως συνειδητά, ίσως ως αποτέλεσμα αυτής της πορείας, αποφεύγω δόγματα ή κανονικότητες.
Πιστεύω πως η αρχιτεκτονική είναι αποτέλεσμα μίας πορείας και μπορεί να εξελίσσεται μέχρι την τελευταία στιγμή, διαφορετικά για κάθε έργο, παραμένοντας απρόβλεπτη.
Με ένα ακριβές όραμα, αλλά ταυτόχρονα με μια στρατηγική αοριστίας στο επίπεδο της πραγματοποίησης. Και είναι αυτή η μικρή διακύμανση που κατά τη διάρκεια των εργασιών, επιτρέπει την ανάδειξη στοιχείων που δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε από πριν.
Αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο τον υπερτονισμό μίας προσωπικής γραφής, αφήνουμε χώρο να εξελιχθεί αυτόνομα η γραφή του ίδιου του έργου με βασικό εργαλείο την διαρκή παρατήρηση στοιχείων και πρακτικών.
ΜΑΠ: Παράλληλα με την ανεξάρτητη αρχιτεκτονική σας πρακτική, διδάσκετε αρχιτεκτονική σύνθεση, ιστορία και θεωρία της αρχιτεκτονικής. Πως λειτουργεί αυτή η σχέση; Πως τροφοδοτεί το ένα πεδίο το άλλο;
ΑΦ: Ένα από τα μεγάλα προτερήματα του τρόπου, που είναι δομημένη η αρχιτεκτονική εκπαίδευση, είναι η συνεχής αλληλεπίδραση της με το ζωντανό επάγγελμα, που πολλές φορές κινείται διαφορετικά από το αυτόνομα εξελισσόμενο πιο θεωρητικό περιβάλλον του πανεπιστημίου. Εκτός από τους μόνιμους καθηγητές και βοηθούς που οι περισσότεροι ασκούν το επάγγελμα, κάθε χρόνο μία σειρά από επισκέπτες καθηγητές, άλλοι από την Ελβετία και άλλοι από πιο μακριά, μπολιάζουν με νέες ιδέες τον αρχιτεκτονικό διάλογο και χαίρομαι που βρίσκομαι εκτεθειμένος σε ένα τέτοιο περιβάλλον στο ομοσπονδιακό πολυτεχνείο της Λωζάνης. Αυτός ο διάλογος, τουλάχιστον εδώ στην Ελβετία συμβαίνει κυρίως γύρω από τα « atelier » αρχιτεκτονικής σύνθεσης, οπού συνήθως ανοίγουν και οι πιο ενδιαφέρουσες συζητήσεις.
Ειδικά επί του παρόντος, ο κλάδος βρίσκεται σε πλήρη μετασχηματισμό και πλέον το ερώτημα δεν είναι μόνο τί χτίζουμε αλλά το πώς, με ποιά μέσα και πώς το στηρίζουμε.
Και προφανώς, η τριβή μου αυτή με το ακαδημαϊκό περιβάλλον με κρατά κοντά σε αυτά τα ερωτήματα και κυρίως στο πιο βασικό, αυτό που αφορά τα όρια του ρόλου του αρχιτέκτονα στα σημερινά μεταβαλλόμενα κοινωνικά και οικολογικά πλαίσια, το οποίο, με την σειρά μου, ψάχνω να απαντήσω μέσω της δουλειάς μου.
ΜΑΠ: Υπάρχει για εσάς «ιδανικό έργο»;
ΑΦ: Σε μία κοινωνία που χαρακτηρίζεται όλο και περισσότερο από την επικράτηση του ατομικού, ένα αρχιτεκτονικό έργο μπορεί να έχει ως επιδίωξη να συμβάλει προς την αντίθετη κατεύθυνση, την παραγωγή περιβαλλόντων που με τον ένα ή τον άλλον τρόπο ωφελούν το σύνολο και αυτό έχει μεγάλη αξία. Σε συνεχή αλληλεπίδραση με το φυσικό και κτιστό περιβάλλον, τον τοπικό πολιτισμό και τις αφηγήσεις του, τις ομάδες και τα άτομα που εργάστηκαν για την κατασκευή του και τέλος τις ομάδες και τα άτομα που θα το ζήσουν.
Αλληλεπίδραση σε χώρους ζωντανούς και ιδιαίτερους, μέρη μεγαλύτερων συνόλων, όπου οι άνθρωποι νιώθουν ευπρόσδεκτοι χωρίς αποκλεισμούς, κοινωνικοποιούνται και βιώνουν συναισθήματα, μερικές φορές χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν το γιατί.
Σύντομο Βιογραφικό
Ο Αλέξανδρος Φωτάκης, σπούδασε μηχανολόγος μηχανικός στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και στο Imperial College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο της Μαδρίτης και στο Ομοσπονδιακό Πολυτεχνείο της Λωζάνης από όπου και αποφοίτησε με καθηγητή τον Harry Gugger.
Διδάσκει αρχιτεκτονική σύνθεση στο τμήμα αρχιτεκτόνων του Ομοσπονδιακού Πολυτεχνείου της Λωζάνης και Θεωρία αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών της Γενεύης και ασχολείται κυρίως με την κατοικία και την σχέση αρχιτεκτονικής και τοπίου, φυσικού και δομημένου.
Διατηρεί από το 2017 αρχιτεκτονικό γραφείο με έδρα την Λωζάνη και το έργο του έχει δημοσιευθεί και βραβευθεί σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Περισσότερα για τον Εξοχικό κήπο με δωμάτιο στην Κέα, εδώ!
READ ALSO: Casa Romeo in San Nazzaro Switzerland | by Wespi de Meuron Romeo architects