Η ερμηνεία και η μελέτη του δάσους της Βόρειας Εύβοιας ως “κοινό αγαθό” αποτελεί την εκκίνηση της έρευνας του Δημήτρη Αθανασίου. Η Διπλωματική του εργασία αφορά στην δημιουργία ενός πρότυπου μοντέλου συνεταιριστικής διαχείρισης του δάσους από τους κατοίκους της περιοχής βασιζόμενου στην αλληλεξάρτηση, την συμμετοχικότητα και την τοπική παραγωγική δραστηριότητα με στόχο την επούλωση της οικολογικής καταστροφής του 2021 και την δημιουργία νέων πρακτικών συμβίωσης. Οι αρχιτεκτονικές επεμβάσεις αφορούν τον στρατηγικό σχεδιασμό και την δημιουργία συνεταιριστικών δομών κατά μήκος μιας δασικής διαδρομής.
Η παρούσα διπλωματική εργασία προσπαθεί να προσεγγίσει με αρχιτεκτονικές λύσεις μια καταλυτική διαδικασία επούλωσης της μεγάλης οικολογικής καταστροφής που υπέστη η Βόρεια Εύβοια από την πυρκαγιά του Αυγούστου 2021.
Η προσωπική μου σχέση με την περιοχή και η άμεση πρόσβαση σε αυτήν μού επέτρεψαν να μελετήσω τον βαθύ αντίκτυπο που άφησε η καταστροφή τόσο στο φυσικό περιβάλλον όσο και στις τοπικές κοινότητες.
Η καθημερινότητα των κατοίκων, η οποία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με το δάσος, μεταβλήθηκε δραματικά. Ωστόσο, μέσα από την κρίση αυτή γεννάται η ανάγκη για έναν νέο τρόπο συνύπαρξης, που θα βασίζεται στη συμβιωτικότητα και στην αποκατάσταση του οικοσυστήματος.
Η εργασία επικεντρώνεται στην έννοια της «συνεταιριστικής διαχείρισης του δάσους», το οποίο αντιμετωπίζεται ως «κοινό αγαθό».
Η ιδιοκτησιακή δομή της Βόρειας Εύβοιας, όπου μεγάλα τμήματα του δάσους ανήκουν σε συνεταιρισμούς κατοίκων, δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για μια εναλλακτική προσέγγιση της αποκατάστασης, πέρα από κρατικές ή ιδιωτικές παρεμβάσεις.
Μελετώντας τη μακρόχρονη σχέση των κατοίκων με το δάσος, αναδεικνύεται η ανάγκη να διατηρηθεί η παραγωγική δραστηριότητα, όπως η ρητινοσυλλογή και η μελισσοκομία, και να ενισχυθεί μέσω νέων, βιώσιμων πρακτικών, όπως μια μεθοδολογία εκμετάλλευσης της βιομάζας των πευκοβελόνων.
Μια βασική παράμετρος της εργασίας είναι η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ του δημόσιου και του κοινού χαρακτήρα του δάσους. Τα δημόσια δάση ανήκουν στο κράτος, το οποίο έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τη χρήση τους, ενώ αντίθετα τα ιδιωτικά δάση που ανήκουν σε συνεταιρισμούς δεν μπορούν να μεταβιβαστούν ή να αλλάξουν χρήση.
Αυτό τα καθιστά πιο προστατευμένα από την εκμετάλλευση, διασφαλίζοντας ότι παραμένουν λειτουργικά για τις τοπικές κοινωνίες.
Στο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής προσέγγισης, η πρόταση περιλαμβάνει τη δημιουργία συνεταιριστικών δομών κατά μήκος μιας δασικής διαδρομής.
Οι μονάδες του σχεδιασμού μπορούν να έχουν αυτοτέλεια και έρχονται να επιτελέσουν διαφορετικές ενδεδειγμένες λειτουργίες. Η λογική αυτή δίνει τη δυνατότητα να διαμοιραστεί στους υπόλοιπους συνεταιρισμούς της περιοχής.
Μία σύνθεση αυτών επιχειρείται να δημιουργηθεί στο ξέφωτο της δασικής διαδρομής που επιλέχθηκε.
Από τις κάψουλες του εργαστηρίου, του ξενώνα, της συνέλευσης και της αποθήκης, έως μια μονάδα κομποστοποίησης και συλλογής νερού, μια τέντα που μπορεί να υποστηρίξει καμινάδα, ένα κιόσκι πυρασφάλειας και, τέλος, υπαίθριες καθιστικές κατασκευές.
Επιπλέον, προτείνονται ένα παρατηρητήριο άγριας ζωής αλλά και στάσεις με αυτοσχέδιες κατασκευές των μελισσοκόμων και των ρητινοσυλλεκτών.
Η εργασία προτείνει έναν σχεδιασμό που δίνει έμφαση στη συμμετοχικότητα και τη μεταφορά κατασκευαστικής γνώσης, ακολουθώντας την έννοια της συμβιωτικότητας όπως την περιγράφει ο Ίβαν Ίλιτς.
«Η λέξη συμβιωτικότητα δεν σημαίνει χαρά ή ανεμελιά, παραπέμπει σε μια κοινωνία στην οποία τα σύγχρονα εργαλεία χρησιμοποιούνται από όλους με έναν ολοκληρωμένο και κοινό τρόπο, χωρίς να εξαρτώνται από κάποιον φορέα ειδικών που τα ελέγχουν.» – Ίβαν Ίλιτς
Το εκάστοτε εργαλείο μπορεί να είναι συμβιωτικό όταν χρησιμοποιείται και προσαρμόζεται στις ανάγκες και τους σκοπούς που θέτει η κοινότητα και παράλληλα προσφέρει τους όρους για την ανάπτυξη της δημιουργικότητας, της ελευθερίας και της αυτονομίας.
Ο τελικός στόχος είναι η δημιουργία ενός πρότυπου μοντέλου συνεταιριστικής διαχείρισης που θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του δάσους, την αναγέννησή του και τη διατήρηση της τοπικής παραγωγικής δραστηριότητας.
Η καταστροφή της Βόρειας Εύβοιας δεν πρέπει να αποτελέσει αφορμή για την εμπορική εκμετάλλευση του τόπου, αλλά για τη διαμόρφωση ενός νέου τρόπου ζωής που θα βασίζεται στη φροντίδα, τη συμβιωτικότητα και την αλληλεγγύη.
Αντί επιλόγου, επιλέχθηκε αυτό το απόσπασμα της Ursula Le Guin, ως μια σύνοψη της θέσης της εργασίας:
«Η καπιταλιστική επιταγή “αναπτύξου ή πέθανε” έρχεται σε ριζική αντίθεση με την επιταγή της οικολογίας για αλληλεξάρτηση και όρια. Οι δύο επιταγές δεν μπορούν πλέον να συνυπάρξουν η μία με την άλλη – ούτε μπορεί κανείς να ελπίζει ότι θα επιβιώσει οποιαδήποτε κοινωνία που βασίζεται στο μύθο ότι μπορούν να συμφιλιωθούν. Είτε θα εγκαθιδρύσουμε μια οικολογική κοινωνία είτε η κοινωνία θα βουλιάξει για όλους, ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους».
Στοιχεία έργου
Τίτλος έργου Συνεταιριστική δομή στη Βόρεια Εύβοια: στιγμιότυπα μιας συμβιωτικής σχέσης με το δάσος
Τύπος έργου Διπλωματική εργασία
Φοιτητής Δημήτρης Αθανασίου
Επιβλέπουσα καθηγήτρια Ευαγγελία Αθανασίου
Ημερομηνία παρουσίασης Φεβρουάριος 2025
Πανεπιστημιακό ίδρυμα Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Κείμενο από τον δημιουργό
READ ALSO: Creating a new common ground in Piraeus | Διπλωματική εργασία του Μηνά Αντωνάκη