Χαρακιά στο χρόνο: Mουσείο μνήμης θυμάτων ναζισμού στο Δίστομο | Διπλωματική εργασία Αργυροπούλου Ελισάβετ, Ζαράνη Αλεξάνδρα, Καραβάνη Ελεονώρα

Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε από τις Αργυροπούλου Ελισάβετ, Ζαράνη Αλεξάνδρα, Καραβάνη Ελεονώρα, σπουδάστριες στο ΕΜΠ με επιβλέπουσα καθηγήτρια τη Σοφία Τσιράκη. Η θεματική της περιστρέφεται γύρω από ένα έγκλημα πολέμου που έλαβε χώρα στο χωριό Δίστομο του νομού Βοιωτίας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Όπως αναφέρουν και οι ίδιες ” Στόχος αυτής της διπλωματικής είναι η δημιουργία ενός μουσείου μνήμης που θα αφυπνίσει μέσα από μία βιωματική περιήγηση τις αισθήσεις και τις σκέψεις του επισκέπτη”.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου γράφτηκαν στις σελίδες της ιστορίας γεγονότα αιματηρά που στιγμάτισαν ολόκληρη την ανθρωπότητα και καθόρισαν την εξέλιξη του κόσμου μέσα στα επόμενα χρόνια. Ανυπολόγιστη καταστροφή και θηριωδίες που πλήγωσαν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και αφάνισαν πλήθος αθώων ψυχών.

Η μικρογραφία αυτής της τραγωδίας αποτυπώνεται και στο μαρτυρικό Δίστομο. Ένα ήσυχο χωριό στον νομό Βοιωτίας, στο οποίο έμελλε διαπραχθεί ένα από τα σκληρότερα εγκλήματα πολέμου που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα. Μέσα σε λίγες ώρες 223 άνθρωποι, βρέφη, παιδιά, άντρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι και ζωντανά, χωρίς καμία διάκριση ξεκοιλιάστηκαν από τις λυσσασμένες ξιφολόγχες των γερμανικών στρατευμάτων.

Η υπενθύμιση των μελανών αυτών σημείων της ιστορίας είναι απαραίτητη, διότι μόνο έτσι θα μπορέσει να αποφευχθεί η επανάληψη τους στο μέλλον σε οποιαδήποτε μορφή πολέμου. Στόχος αυτής της διπλωματικής είναι η δημιουργία ενός μουσείου μνήμης που θα αφυπνίσει μέσα από μία βιωματική περιήγηση τις αισθήσεις και τις σκέψεις του επισκέπτη.

Το Δίστομο εκτείνεται σε μία κοιλότητα που περιβάλλεται από ψηλούς λόφους και βουνά, ανάμεσα στην Αράχωβα και τη Λιβαδειά.

Η επιλογή της θέσης του Μουσείου προέκυψε τόσο από τη μορφολογία του εδάφους όσο και από τον συμβολικό της χαρακτήρα. Πρόκειται για ένα λατομείο λίγο πιο έξω από το χωριό πάνω στον λόφο του Κούκου, το οποίο βρίσκεται σε μία νοητή ευθεία Διστόμου- Κορινθιακού κόλπου.

Η οπτική επαφή που επιτυγχάνεται με το νερό ταυτίζεται σημαντικά με την εξέλιξη του χρονικού της σφαγής, καθώς όσοι κάτοικοι κατάφεραν να επιζήσουν ήταν αυτοί που διέφυγαν από το Διάσκελο προς τα Άσπρα Σπίτια, δηλαδή τη θάλασσα.  (ΕΞΟΔΟΣ)

Η βασική συνθετική χειρονομία της σύνθεσης προέκυψε μέσα από την ανάγκη απόδοσης του ξαφνικού γεγονότος (σφαγή) που διακόπτει την φυσική ροή των πραγμάτων, την ομαλή εξέλιξη της ζωής. Η συνθήκη αυτή αποτυπώνεται αρχικά με δύο άξονες που διασταυρώνονται και ο ένας διακόπτει τον άλλο. Η γραμμή της ζωής ακολουθεί την κλίση και την κίνηση του λατομείου ενώ ο άξονας του γεγονότος σκίζει το βουνό στα δύο, δημιουργώντας μία τομή στο έδαφος και την ιστορία. Δημιουργείται μία χαρακιά η οποία συνδυάζεται με τον άξονα εισόδου διαμορφώνοντας μία τελική συνεχόμενη και ανοδική κίνηση, κατά τη διάρκεια της οποίας η συναισθηματική και χωρική ένταση αυξομειώνεται με βάση την εξέλιξη του γεγονότος της σφαγής.

Μεταφράζοντας την αίσθηση σε χώρο διαμορφώθηκε ογκοπλαστικά μία αναδιπλούμενη πορεία, η οποία ξεκινά με μία ελαφριά υποβάθμιση στην υποδοχή, ακολουθεί ένας απομονωμένος εκθεσιακός χώρος, τρυπάει τον βράχο , κλείνεται και ανοίγεται εναλλάξ σε χώρους διαφορετικής κλίμακας, καταλήγει σε μία ιερή στιγμή και εκτονώνεται στη λύτρωση.

Δεν ήταν µια συνηθισµένη µέρα για το Δίστοµο. Παρά το θέρισµα, οι περισσότεροι προτίµησαν να µην πάνε στα χωράφια τους για να βοηθήσουν στις ετοιµασίες του µνηµόσυνου τεσσάρων νέων παιδιών, που σκοτώθηκαν από γερµανικά στρατεύµατα σαράντα ηµέρες πριν.

Στις 7.30 το πρωί ξεκινούν από τη Λειβαδιά δύο γερμανικά αυτοκίνητα με Έλληνες οδηγούς, παίρνοντας τον δρόμο Διστόμου-Αράχωβας. Στο χωριό επικρατεί ακόμα πλήρη άγνοια για το τι πρόκειται να συμβεί. Στο μεταξύ συγκεντρώνονται 62 οχήματα και παίρνουν το δρόμο για το Δίστομο. Αρχίζει υποδόρια να γράφεται ο πρόλογος της τραγωδίας που θα ακολουθήσει. Απροσδόκητα η φάλαγγα αρχίζει να σκορπά το θάνατο σε ανθρώπους και ζώα. Σταματούν τους πρώτους διαβάτες και συλλαμβάνουν 12 ομήρους. Μπροστά στο θέαμα των συλληφθέντων μεγεθύνεται η υποψία για μία αιματηρή έκβαση.

Μία πλατιά ράμπα ελαφριάς κλίσης οδηγεί σταδιακά στην είσοδο του μουσείου, η οποία σημαίνεται από το δυναμικό σχήμα της πλάκας oροφής, που αποσπάται από το έδαφος, λειτουργεί σαν «ρουφήχτρα» και διαμορφώνει έναν υποβαθμισμένο χώρο υποδοχής.   Η ενότητα Α του εκθεσιακού χώρου εκφράζεται µε µία ράμπα στα τοιχώματα της οποίας τοποθετούνται εκθέματα το περιεχόμενο των οποίων διατάσσεται σε τρεις ενότητες: α) ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος στην Ελλάδα, β) ελληνικά κατοχικά χωριά, γ) εγκλήματα πολέμου (ολοκαυτώματα και σφαγές).

Η βαριά σκούρα µμεταλλική πόρτα ανοίγει και ο επισκέπτης βρίσκεται αντιμέτωπος µε ένα χώρο σκαµµένο µμέσα στο βράχο, σκοτεινό και μυστηριακό που απογυμνώνεται µπροστά στην αλήθεια του εγκλήματος. Είναι το Σηµείο Μηδέν (ενότητα Β) από το οποίο εκκινεί η εκτύλιξη του γεγονότος της σφαγής. Ένα αυλάκι νερού τρέχει πάνω στην αδρή κοιλότητα του βράχου και συνεχίζει στο δάπεδο οδηγώντας τον επισκέπτη σε ένα χώρο επιβλητικό, τρομακτικά ψηλό και σκοτεινό (ενότητα Γ). Μια αχτίδα φωτός είναι η μόνη λάμψη στο σκοτάδι. Δεν υπάρχει τίποτα μέσα. Ένα σώμα μικρό στέκει ακίνητο και αφουγκράζεται: στην απόλυτη σιωπή αντηχεί ένα μοιρολόι. Το κωνικό σχήμα του χώρου δημιουργεί αντίλαλο. Το μοιρολόι ακούγεται παντού να θρηνεί για τους αδικοχαμένους νεκρούς.

Η ώρα πήγε 16:00. Έχει πλέον δωθεί η διαταγή για κατ’ οίκον περιορισµό. Ο φόβος και η αγωνία εντείνονται. Η κάθε οικογένεια κλεισμένη μέσα στο καταφύγιο της. Όμως κανείς δεν βλέπει έξω από αυτό. Μόνο να ακούσουν µπορούν τα βόλια που πέφτουν εναντίον των 12 οµήρων. Αναπάντεχο γεγονός. Πλέον η ελπίδα για την αποφυγή του θανάτου έχει αρχίσει να απομακρύνεται. Το αίµα αρχίζει να κυλάει στο Δίστοµο σαν ρυάκι που σύντομα θα μετατραπεί σε λίµνη.

Στη λίμνη αυτή αντανακλώνται  τα ονόµατα των νεκρών που προβάλλονται  µε κόκκινο χρώµα πάνω στη βραχώδη επιφάνεια. Το νερό από την αρχαιότητα είναι ένα στοιχείο µε πολλαπλούς συμβολισμούς. Συνδέεται µε την ιερότητα, το θάνατο, την κάθαρση. Πέραν όλων αυτών ο αντικατοπτρισμός του θερμού χρώματος του βράχου στο νερό του προσδίδει µία κοκκινωπή απόχρωση ενισχύοντας  την αίσθηση της αιματοκυλισμένης λίμνης.  Επικρατεί σκοτάδι  το οποίο ανά στιγμές «σκίζεται» από το φως που διαπερνάει σαν λεπίδα τα κατακόρυφα ανοίγματα της όψης.

Καθώς η πορεία εκτυλίσσεται στο εσωτερικό του βράχου, το φυσικό αυτό ανάγλυφο γίνεται βασικό και αναπόσπαστο κοµµάτι της σύνθεσης. Το δίπολο φυσικό-τεχνητό αποκαλύπτει σταδιακά όλες τις εκφάνσεις του . Η σπηλαιώδης αυτή κατάσταση φέρνει τον άνθρωπο κοντά σε µία αρχετυπική συνθήκη, όπου οι παρθένες υλικότητες της φύσης δηµιουργούν το κέλυφος µέσα στο οποίο κινείται. Από την άλλη το τεχνητό που ρέει μέσα στον βράχο, τα µπετονένια στοιχεία και οι μεταλλικές λεπτομέρειες, αντικρούονται αρµονικά µε αυτόν εµπλουτίζοντας τις αντιθέσεις αδρού-λείου, θερµού-ψυχρού, φωτεινού-σκοτεινού. Ο χώρος δεν είναι θερµενόµενος. Η δροσιά της σκαµµένης γης και η υγρασία που εντείνεται από τη λίµνη νερού ενισχύουν την δραµατικότητα του γεγονότος της σφαγής.

Συνεχίζοντας την περιήγηση, ο χώρος «ρουφάει» τον επισκέπτη μέσα σε ένα λαγούμι (ενότητα Ε) και τον οδηγεί στην «Εγκλείστρα» (ενότητα ΣΤ), µία κόγχη σκαµµένη στο βράχο, από την οποία εκκινεί η ανάβλυση του νερού για να καταλήξει µετέπειτα στη λίµνη στο κέντρο της σύνθεσης.

Κατά τη διάρκεια της βραχώδους αυτής πορείας, συναντά κανείς τα ονόµατα των σφαγέων. Είναι τα µόνα ονόµατα που προσωποιούνται, κατονομάζοντας τους υπαίτιους του γεγονότος.  Μία µεταλλική ράµπα που αιωρείται πάνω από τον κύριο χώρο οδηγεί  προς την έξοδο. Από εκεί, καθένας έχει εποπτεία της κάτω στάθµης, αντικρίζοντας από ψηλά την µεγάλη εικόνα, συµβολικά την καταστροφή.

Είναι βουβή η φρίκη της ξιφολόγχης που σκορπά το θάνατο. Ο χώρος στενεύει, δεν υπάρχει διαφυγή. Μονάχα κάποιοι κατάφεραν να διαφύγουν από το Διάσκελο προς τα Άσπρα Σπίτια και να γλιτώσουν. Μια µικρή ανάσα ανακούφισης µέσα στην κορύφωση του πανικού και του τρόµου. Το νερό τρέχει από την καρδιά του βράχου και λιµνάζει στο κέντρο του χώρου. Και µετά το αιµατοκύλισµα σιωπή. Ο εφιάλτης για το Δίστοµο χάνεται µαζί µε το σούρουπο.

Καθ’ όλη την διάρκεια της κίνησης  ενεργοποιούνται  διαφορετικές αισθήσεις κάθε φορά. Έτσι, ο κάθε επισκέπτης διαμορφώνει µία προσωπική και κατ’ επέκταση μοναδική αισθητηριακή εμπειρία. Δέχεται τα ερεθίσματα του χώρου ενσωματώνοντας µε τον δικό του τρόπο  στην σκέψη και την ψυχή του την πληροφορία και την αίσθηση για την τραγωδία του Διστόµου. Από την µία το νερό κυλάει πάνω στις πτυχώσεις του βράχου, ηχεί μέσα από τις κοιλότητες της εγκλείστρας και φτάνει ως την λίµνη «αίµατος». Ενίοτε έχει γεύση μεταλλική, αποκρουστική. Άλλοτε πάλι λειτουργεί σαν μέσο εξαγνισμού, κάθαρσης και λύτρωσης. Εμφανίζεται συμβολικά σε καθ’ όλη την εξέλιξη της πορείας, καθοδηγεί και ξυπνάει από τη λήθη τις ψυχές των θυμάτων της σφαγής.

Εξερχόμενος από τον κλειστό χώρο ο επισκέπτης εκτείθεται στο φυσικό τοπίο και τα καιρικά φαινόµενα. Ακολουθεί µία υπάιθρια ανοδική πορεία που οδηγεί στο οστεοφυλάκιο, έναν θολωτό κυκλικό χώρο που θυµίζει τύµβο. Ο χώρος αυτός βρίσκεται εξ’ ολοκλήρου µέσα στο βράχο. Μία κυκλική οπή στο κέντρο του θόλου λειτουργεί ως µοναδική πηγή φωτός. Κεντρικά ένα στοιχείο νερού. Είναι ο αντικατοπτρισµός του ουρανού στη γη, του άυλου πνεύµατος στον απτό κόσµο. Μία µοναδική πύλη νοητά στον άξονα της εισόδου φιλοξενεί πίσω της τα οστά των σφαγιασθέντων.  Μια θαλπωρή αναδύεται από τα σωθικά του χώρου. Η ένταση πέφτει, τον θρήνο διαδέχεται η φροντίδα των νεκρών, η απόδοση ενός φόρου τιµής. Σιωπή και φως, συνειδητοποίηση και κάθαρση. Ο κύκλος της ζωής των νεκρών έκλεισε, όµως η µνήµη τους παραµένει ζωντανή ανάµεσα στους θνητούς.

Βγαίνοντας από το οστεοφυλάκιο, ο επισκέπτης συνεχίζει την πορεία του προς την έξοδο του µουσείου και την ολοκλήρωση της διαδροµής περνώντας από το τελευταίο σηµείο – στάση που θα σηµάνει το τέλος της περιήγησής του. Στο ψηλότερο σηµείο του πύργου της σύνθεσης δηµιουργείται µεταξύ των δύο τοιχείων ένας εξώστης από τον οποίο έχει κανείς συνολική εποπτεία του µουσείου, ενός μικρού ιερού στην πλατεία του λατοµείου αλλά και της θάλασσας.  Είναι το σηµείο της λύτρωσης, της ελπίδας οτι η ιστορία δεν θα επαναληφθεί µέσα από τη διακίνηση των ιδεών για ένα καλύτερο αύριο. Μία µατιά στο µέλλον ακολουθεί, καθαρή και συνειδητοποιηµένη ύστερα από το ταξίδι στο παρελθόν.

Στοιχεία έργου:
Κατηγορία: Διπλωματική εργασία
Ίδρυμα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Σπουδαστική ομάδα: Αργυροπούλου Ελισάβετ, Ζαράνη Αλεξάνδρα, Καραβάνη Ελεονώρα
Επιβλέπουσα καθηγήτρια: Σοφία Τσιράκη
Χρονολογία: Ιούνιος 2022


RELATED ARTICLES