Το έργο τοποθετείται στη νοτιοδυτική πλευρά του πάρκου της Ακαδημίας Πλάτωνος, ανάμεσα σε αυτό και τη Λεωφόρο Αθηνών. Πρόκειται για μια περιοχή που χαρακτηρίζεται από εγκατάλειψη της κατοικίας ενώ σε μεγάλο κομμάτι της έχει χρήση αμιγώς βιοτεχνική με λίγα βιομηχανικά κτίρια. Στο όριο των δύο χρήσεων (κατοικίας-βιοτεχνίας/βιομηχανίας) υπάρχει διάχυση της μιας χρήσης μέσα στην άλλη , χωρίς αυτό να καταργεί το αρκετά σαφές όριο το οποίο συνεχίζει και κάτω από τη λεωφόρο Αθηνών μέχρι την Ιερά οδό.
Στόχος μας ήταν να βελτιώσουμε την ποιότητα του κτιστού περιβάλλοντος στην περιοχή και να αναδείξουμε το φυσικό πλούτο. Επιδιώκουμε αξιοποιώντας τα θετικά στοιχεία της τοποθεσίας και ανακόπτοντας τα αρνητικά να αναβαθμίσουμε τον αστικό χώρο και η περιοχή να αποτελέσει και πάλι ένα ευχάριστο τόπο κατοικίας.
Κάνοντας μια μεγάλη κίνηση, προτείνουμε ένα κτίριο-όριο που τοποθετείται ακριβώς πάνω στο μεταίχμιο τον δύο χρήσεων που αναφέραμε. Στο σχεδιασμό λαμβάνουμε υπόψη τα υφιστάμενα οικοδομικά τετράγωνα και επαναπροσδιορίζουμε κάποιες οδικές αρτηρίες ώστε να ενισχύεται η ιδέα μας. Το κτίριο γυρνάει πλάτη βορειοδυτικά, στην βιοτεχνική/βιομηχανική περιοχή και ανοίγεται στην πόλη, την οποία οριοθετεί και «προστατεύει» από τις οχλούσες χρήσεις, αλλά και σε μια θέα προς τον λόφο της Ακρόπολης. Από τη βόρεια πλευρά του κτιρίου αφήνουμε το πάρκο να ξεχυθεί μέχρι τη Λ. Αθηνών και κάτω από αυτή ώστε να αποτελέσει ένα φίλτρο πρασίνου που παράλληλα κάνει αντιληπτό στον διερχόμενο την παρουσία ενός σημαντικού πράσινου χώρου. Αν λάβουμε υπόψη ότι η Λ. Αθηνών είναι η είσοδος στην πόλη της Αθήνας το κτίριο αποκτά ένα χαρακτήρα τείχους και ορίζει την είσοδο σε αυτή.
Η γενική ιδέα σε συνθετικό επίπεδο εκφράζεται με το σχεδιασμό ενός ισχυρού τοιχίου που «τρέχει» σε όλο το κτίριο από τη μεριά που είναι οι βιοτεχνία και μια πιο ελαφριά αντιμετώπιση των εσωτερικών όψεων. Έχουμε έτσι ένα μπετονένιο τοιχίο το οποίο τρυπάμε με μικρά ανοίγματα και το οποίο λειτουργεί σαν ραχοκοκαλιά από την οποία προβάλλουν εγκάρσια μεγάλα μπετονένια κουτιά ανοιχτά προς την πόλη. Η υπόλοιπες όψεις πέρα από την βορειοδυτική πληρώνονται με συμβατική οπτοπλινθοδομή σοβατισμένη με την τεχνική graffiato.
Καθώς το κτίριο αναδιπλώνεται για να ορίσει τα οικοδομικά τετράγωνα, δημιουργούνται μπάρες κτιρίου που αναπτύσσονται στον άξονα ΒΑ-ΝΔ και οι υπόλοιπες στον άξονα ΒΔ-ΝΑ. Πάντα στις γωνίες τοποθετούνται τα κλιμακοστάσια ώστε να εξυπηρετούνται και οι δύο όγκοι. Ογκοπλαστικά οι δύο κατηγορίες διαχωρίζονται εκφράζοντας τον ιδιαίτερο χαρακτήρα που έχει η κάθε κατηγορία. Οι μπάρες της πρώτης κατηγορίας έχουν δώμα κεκλιμένο μη βατό με κλίση πάντα προς το νότο (με εξαίρεση την πρώτη μπάρα που γειτνιάζει με το πάρκο όπου για λόγους καλύτερης κλίμακας ξεκινάει από χαμηλό ύψος) στο οποίο μπορούν να τοποθετηθούν ηλιακοί συλλέκτες. Τα δώματα στην δεύτερη κατηγορία είναι επίπεδα, βατά και σε αυτά διαμορφώνονται ελαφριές διάτρητες στεγάσεις και όπου το επιτρέπει το ύψος πατάρια. Πρόθεση μας είναι τα δώματα αυτά να έχουν ζωή. Οι ελαφριές κατασκευές λειτουργούν παράλληλα και σαν στοιχείο ενοποίησης της κορυφογραμμής του κτιρίου.
Σε ότι έχει να κάνει με το σχεδιασμό των υπαίθριων χώρων έχουμε κατά βάση δύο διαφορετικές αντιμετωπίσεις. Προς τη μεριά της βιοτεχνίας βρίσκουμε το φίλτρο πρασίνου, το οποίο έχει γραμμικό χαρακτήρα που τονίζεται και από την σύνθεση της φύτευσης σε αυτό. Για να ενισχύσουμε την έννοια του ορίου ο υπαίθριος αυτός χώρος ανυψώνεται προς τα βορειοδυτικά φτάνοντας μέχρι και ύψος 3 μ. από τη στάθμη του δρόμου. Σε αυτό το γραμμικό πάρκο διαμορφώνεται ένας περίπατος αλλά η πρόθεση είναι ο γενικός του χαρακτήρας να είναι ίδιος με αυτός του πάρκου, να έχει δηλαδή μια πιο ελεύθερη αντιμετώπιση.
Από την άλλη μεριά, διαμορφώνονται κάποιες εσωτερικές «αγκαλιές». Είναι αυτοί οι υπαίθριοι χώροι που μέσα από το σχεδιασμό τους ενοποιούν τους ακάλυπτους χώρους των οικοδομικών τετραγώνων δημιουργώντας ανοιχτούς δημόσιους χώρους που σε κάποιες περιοχές τους όμως εξασφαλίζουν μια περισσότερη ιδιωτικότητα για τους κατοίκους του συγκροτήματος. Βασικό εργαλείο για τη διαφοροποίηση αυτή είναι η φύτευση την οποία αντιμετωπίζουμε συνθετικά σαν ένα δομικό στοιχείο ικανό να παράγει χώρο. Οι εσωτερικοί υπαίθριοι ντύνονται με ένα σκληρό υλικό (κυβόλιθους) που σταδιακά «ξεφτίζει» σε πατημένο χώμα μέσα στον ακάλυπτο του διπλανού οικοδομικού τετραγώνου.
Φοιτητές: Αναγνωστοπούλου Σοφία, Ζιώβα Ελένη, Κυριάκου Ανδρέας
Επιβλέποντες Καθηγητές: Ησαϊας Δ., Καρβουτζή Β., Μωραϊτης Κ., Χανιώτου Ε.
Χρονολογία: Φεβρουάριος 2013
Μάθημα: Αρχιτεκτονικός Σχεδιασμός 9: Αστικός Σχεδιασμός
Σχολή: Ε.Μ.Π. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Επιβλέποντες Καθηγητές: Ησαϊας Δ., Καρβουτζή Β., Μωραϊτης Κ., Χανιώτου Ε.
Χρονολογία: Φεβρουάριος 2013
Μάθημα: Αρχιτεκτονικός Σχεδιασμός 9: Αστικός Σχεδιασμός
Σχολή: Ε.Μ.Π. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
READ ALSO: HOTEL & SPA / KONTOMINAS G, PETROU P. TATLI I / PROFESSORS CASTRO E. TELLIOS T.