Το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών κατοικιών οικοδομείται κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου. Την περίοδο αυτή η ταυτότητα του πληθυσμού είναι ομοιογενής. Η κοινωνία μπορεί να διαχωρίζεται από κοινωνικές και ιδεολογικές διαφορές αλλά συνδέεται από την ισχυρή εθνική ταυτότητα και τη γλώσσα. Συνδέεται ακόμη από το κυρίαρχο μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας το οποίο καθορίζει τα πρότυπα διαβίωσης του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού. Κατά το διάστημα αυτό, η κατοικία αποτελεί τον κύριο χώρο εκδήλωσης των σχέσεων ανάμεσα στα διαφορετικά μέλη της οικογένειας. Τόσο το αστικό διαμέρισμα όσο και η μονοκατοικία αποτελούν τους βασικούς χώρους έκφρασης της οικογενειακής ζωής.
Πόλη
Η ανοικοδόμηση των ελληνικών πόλεων βασίζεται στην επαναλαμβανόμενη κτηριακή μονάδα της πολυκατοικίας. Η πολυκατοικία απευθύνεται κατά κύριο λόγο στην πυρηνική οικογένεια προσφέροντας διαμερίσματα τριών ή τεσσάρων δωματίων. Μικρότερα διαμερίσματα προσφέρονται είτε στους χαμηλότερους ορόφους είτε από τη μεριά των ακαλύπτων. Με τον τρόπο αυτό ιεραρχούνται ανάλογα και τα μοντέλα διαβίωσης: οι οικογένειες κατοικούν ψηλά και με θέα στο δρόμο ενώ οι μοναχικοί άνθρωποι κατοικούν χαμηλά και με θέα στον ακάλυπτο. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό της πολυκατοικίας αφορά στη σχέση των δημόσιων και ιδιωτικών χώρων. Ο δημόσιος χώρος διαχέεται με επιτυχία στα ισόγεια των πολυκατοικιών, που συνήθως λαμβάνουν εμπορική χρήση, ενώ η γενική διάρθρωση των κατόψεων επιτρέπει τη μετατροπή των διαμερισμάτων σε γραφεία, ιατρεία, φροντιστήρια κά. Με τον τρόπο αυτό στην πολυκατοικία επιτυγχάνεται η “όσμωση” του δημόσιου με το ιδιωτικό και παράγεται ένα ικανοποιητικό μοντέλο αστικού χώρου.
Παρ` όλα τα θετικά χαρακτηριστικά της ελληνικής πόλης, το όνειρο της μεσαίας τάξης δεν είναι άλλο από την απόκτηση μιας κατοικίας στα προάστια. Η μονοκατοικία αποτελεί την κορυφαία έκφραση οικογενειακού βίου. Αντίστοιχα τα προάστια αποτελούν το δημοφιλέστερο περιβάλλον διαβίωσης, καθώς επιτρέπουν στην παραδοσιακή οικογένεια να απομονωθεί μακριά από τις οχλήσεις του αστικού χώρου.
[Εικ. 2. Οικογένεια που βλέπει τηλεόραση, 1958. Πηγή: Wikipedia.]
Μέσα μαζικής επικοινωνίας
Καθ` όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εισβάλουν στον χώρο της κατοικίας. Το μοναδικό μέσο τηλεπικοινωνίας που θα βρίσκαμε σε μια κατοικία του 1950 είναι το ραδιόφωνο. Τηλέφωνο διαθέτει μόλις το 1% του πληθυσμού, ενώ η τηλεόραση εκπέμπει σε εθνικό δίκτυο μόλις το 1966. Ήδη το 1954 ο Martin Heidegger εκφράζει την ανησυχία του για τον τρόπο που η ηλεκτρονική αναμετάδοση λόγου και εικόνων αλλοιώνει τη θεμελιώδη σχέση του ανθρώπου με τα γεγονότα και τον κόσμο. Ο Heidegger αναφέρεται στην κατάργηση των αποστάσεων και την ομοιομορφία με την οποία τα πάντα δεν είναι πλέον ούτε μακριά αλλά ούτε και κοντά.
[Εικ. 3. “Day 2/365”. Πηγή: http://www.flickr.com/photos/dawnbringslight]
Μέσα σε πέντε μόλις δεκαετίες η αστική κατοικία εξελίχθηκε από χώρο έκφρασης του οικογενειακού βίου σε έναν μετά – ιδιωτικό χώρο συμβίωσης, ο οποίος έχει διογκωθεί από επιπρόσθετες δραστηριότητες αναψυχής, εργασίας και διαμεσολαβημένης κοινωνικής επαφής. Ένα ποσοστό μόνο των σύγχρονων κατοικιών φιλοξενεί πυρηνικές οικογένειες. Ακόμη όμως και η παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια είναι πολύ διαφορετική από ό,τι στο παρελθόν. Όλα τα μέλη της σύγχρονης οικογένειας απουσιάζουν τις περισσότερες ώρες από το σπίτι. Και οι δύο γονείς εργάζονται, πολλές φορές ακόμη και μέσα από το σπίτι. Τα παιδιά πηγαίνουν στον παιδικό σταθμό από τη βρεφική ηλικία, ενώ από οκτώ μόλις χρονών σχηματίζουν τον ψηφιακό κοινωνικό κύκλο τους.
Η ταχύτατη εξέλιξη των μέσων επικοινωνίας επηρεάζει καθοριστικά τα πρότυπα κατοίκησης. Η δημόσια σφαίρα έχει σε μεγάλο βαθμό μετατεθεί από τον υλικό χώρο της πόλης στον ψηφιακό χώρο των δικτύων. Η κατοικία δεν αποτελεί πια τον αποκλειστικό χώρο έκφρασης των οικογενειακών σχέσεων. Ο παραδοσιακός οικιακός χώρος κλονίζεται τη στιγμή που κάθε μέλος της οικογένειας εισάγει στο σπίτι το δίκτυο των κοινωνικών επαφών του.
[Εικ. 4. Αθήνα, Δεκέμβριος 2008 (AP Photo/Petros Karadjias). Πηγή: http://www.boston.com/bigpicture/2008/12/2008_greek_riots.html]
Δυστοπία
Το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο τις βασικές παραμέτρους της σύγχρονης αστικής κατοίκησης:
Η ταυτότητα της ελληνικής κοινωνίας είναι περισσότερο κατακερματισμένη από ποτέ. Ο καταναλωτισμός έχει πάψει να αποτελεί κυρίαρχο πρότυπο διαβίωσης. Η σύγχρονη κοινωνία, αφού γεύτηκε την καλή πλευρά της παγκοσμιοποίησης, βρίσκεται αντιμέτωπη με το σκληρό πρόσωπο της. Η εθνική ταυτότητα βάλλεται από την παγκόσμια μαζική κουλτούρα ενώ η μεσαία τάξη βάλλεται από την παγκόσμια οικονομική κρίση. Ταυτόχρονα, όμως, συμβαίνει και κάτι θετικό. Μετά από μια δεκαετία κυριαρχίας του καταναλωτισμού, η τοπική κοινωνία στρέφει το ενδιαφέρον της στα κοινά αγαθά. Το υποβαθμισμένο περιβάλλον δίνει την αφορμή για τη δημιουργία νέων συλλογικοτήτων και η έννοια του ακτιβισμού επανέρχεται στο προσκήνιο καθώς οι πολίτες διεκδικούν πλέον τα δικαιώματα τους στον αστικό χώρο.
Η επίδραση των μέσων μαζικής ενημέρωσης συνεχίζει να εντείνεται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο χώρο της πόλης. Οι πρόσφατες εξεγέρσεις στις αραβικές χώρες αποδεικνύουν την τεράστια δύναμη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που σταδιακά υποκαθιστούν όλο περισσότερες λειτουργίες του παραδοσιακού δημόσιου χώρου. Τα δημοφιλή κοινωνικά μέσα δεν χρησιμοποιούνται πλέον μόνο για ψυχαγωγία και ενημέρωση αλλά και για πολιτικές ενέργειες, όπως η υποκίνηση μαζικών διαδηλώσεων.
[Εικ. 5. Από το video “When I grow up” των Fever Ray. Σκηνοθεσία: Martin de Thurrah, 2009.]
Αποδόμηση
Η τρέχουσα κρίση ενθαρρύνει την αποδόμηση των κυρίαρχων προτύπων ευμάρειας του παρελθόντος. Η αποδομητική διάθεση είναι έντονη σε εκφράσεις μαζικής κουλτούρας όπως το video ή ο κινηματογράφος. Στα video των Fever Ray, για παράδειγμα, οι νέοι κάτοικοι περιπλανώνται φοβισμένοι στον ανοίκειο χώρο των εγκαταλειμμένων προαστίων. Χαρακτηριστικό είναι το πλάνο από το “When I grow up” όπου η νεαρή πρωταγωνίστρια ισορροπεί αμήχανα πάνω από μια πισίνα, μοιάζοντας αδύναμη να κατανοήσει τα σύμβολα ευδαιμονισμού του πρόσφατου παρελθόντος.
Μια ενδιαφέρουσα κριτική στην εξέλιξη των προτύπων κατοίκησης μπορούμε να βρούμε ακόμη στην πρόσφατη ταινία “Κυνόδοντας” του Γιώργου Λάνθιμου. Ο Λάνθιμος παρουσιάζει μια παραμορφωμένη εκδοχή, ένα “αρνητικό” του σύγχρονου οικιακού χώρου. Η κινηματογραφική οικογένεια του “Κυνόδοντα” ζει σε έναν πλασματικό κόσμο, κατασκευασμένο από τον υπερπροστατευτικό πατέρα. Τα τέσσερα από τα πέντε μέλη της οικογένειας, η μητέρα και τα τρία παιδιά, ζουν εγκλωβισμένα σε μια πολυτελή κατοικία σε κάποιο προάστιο, απομονωμένη και περιφραγμένη από τον γύρω κόσμο. Ο παρανοϊκός πατέρας προστατεύει τα παιδιά από όλους τους κινδύνους της νεωτερικότητας: την επαφή με την πόλη, τα μέσα επικοινωνίας και τη μαζική κουλτούρα . Ο Λάνθιμος αφαιρεί από τη ζωή της κινηματογραφικής οικογένειας κάθε εξωγενές στοιχείο παρεμβολής και με τον τρόπο αυτό δημιουργεί έναν απόλυτα ιδιωτικό, αλλά και διεστραμμένο, οικιακό χώρο.
[Εικ. 6. KWK Promes, Safe House. Βαρσοβία, 2009.]
Νέες συλλογικότητες
Σε μια πόλη έντονων οικονομικών αντιθέσεων, περιορισμένης αίσθησης ασφάλειας και συχνών συγκρούσεων, η έννοια του “καταφυγίου” λαμβάνει μια νέα διάσταση. Η αυξημένη ανάγκη ασφάλειας ωθεί την αρχιτεκτονική της κατοικίας σε εσωστρεφείς διατάξεις με ισχυρά όρια. Η ίδια ανάγκη ωθεί την αστική ανάπτυξη στη δημιουργία περιφραγμένων κοινοτήτων για τις οικονομικές ελίτ. Με τον ένα ή τον άλλον τρόπο ο οικιακός χώρος επιδιώκει την απομόνωση από τον παραδοσιακό δημόσιο χώρο της πόλης. Η αστική κατοικία μετατρέπεται σε ένα “δικτυωμένο καταφύγιο” όπου οι ανάγκες επικοινωνίες των -σωματικά αποκλεισμένων- ατόμων εξυπηρετούνται από τα δίκτυα πληροφορίας και τα κοινωνικά μέσα.
Οι κατοικίες – καταφύγια, οι περιφραγμένες κοινότητες και η κατακερματισμένη ταυτότητα της σύγχρονης κοινωνίας καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την επιβίωση των κοινωνικών δομών της παλαιάς αστικής γειτονιάς. Τα νέα δεδομένα επιβάλλουν την αναζήτηση σύγχρονων εκδοχών συλλογικής κατοίκησης. Στην κατεύθυνση αυτή διακρίνονται δύο διαφορετικοί δρόμοι:
Ο πρώτος αφορά στη δημιουργία “θετικών γκέτο” . Ο όρος αναφέρεται στην ανάπτυξη ομοιογενών κοινοτήτων όπου επιλέγουν να ζήσουν άνθρωποι με κοινές αναφορές. Ανάλογα παραδείγματα μπορούμε να βρούμε στα προάστια των αμερικανικών πόλεων και τις νέες κοινότητες που δημιουργούνται με βάση τις ιδιαίτερες πολιτισμικές, θρησκευτικές, ή ακόμη και σεξουαλικές, επιλογές των κατοίκων τους.
Ο δεύτερος δρόμος καθορίζεται από ομάδες ενεργών πολιτών που παρεμβαίνουν στον χώρο της πόλης εκφράζοντας νέες συλλογικότητες. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορούμε να βρούμε στο Fresno στην Καλιφόρνια, όπου οι τοπικές ομάδες skaters καθαρίζουν τις πισίνες των -ερειπωμένων από την οικονομική κρίση- επαύλεων και τις οικειοποιούνται ως πίστες για skate. Καθώς επίσης και στο Πάρκο Ναυαρίνου στα Εξάρχεια, όπου ένας παλαιός χώρος στάθμευσης μετασχηματίζεται σε δημόσιο χώρο από τους κατοίκους της γειτονιάς.
[Εικ. 7. Από το video “Canonball” των Drea Cooper και Zackary Canepari, 2010. Πηγή: http://californiaisaplace.com]
Νέα πρότυπα
Η παγκόσμια οικονομική κρίση και η τοπική πολιτισμική κρίση καθιστούν το μέλλον αβέβαιο. Οι παράμετροι που καθορίζουν τα πρότυπα διαβίωσης εξελίσσονται με διαφορετικούς ρυθμούς και προς διαφορετικές κατευθύνσεις: Η τεχνολογία των τηλεπικοινωνιών συνεχίζει να αναπτύσσεται ανοίγοντας νέους δρόμους. Την ίδια στιγμή η ταυτότητα της ελληνικής κοινωνίας είναι περισσότερο κατακερματισμένη από ποτέ. Ενώ ο αστικός χώρος ακολουθεί μια ανησυχητική πορεία παρακμής και αποσύνθεσης.
READ ALSO: Georgios A. PANETSOS ON UNCERTAINTY, ETHICS AND ARCHITECTURAL CURRICULA